Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Απόσπασμα από το δοκίμιο « Υπεροψία και υποτίμηση » ( «σώμα και ψυχή» )


Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι είχαν τόσες δοξασίες και ερμηνείες περί την προέλευση κι πορεία της ψυχής, από τη ζωή στο θάνατο, όσες και οι διαφορετικές φιλοσοφικές σχολές τους.  Δεν είναι αντικείμενο αυτού του μικρού αποσπάσματος ενός δοκιμίου να παρατεθούν εδώ αναλυτικά αυτές οι ποικίλες και αντικρουόμενες πολλές φορές θεωρήσεις. Προσπαθώντας να δώσω μια, όσο γίνεται, καθαρή εικόνα σε ένα συνοπτικό πλαίσιο, θα δούμε απλά ότι άλλη ιδέα είχαν για τη ψυχή και την ύλη (σώμα) ο Όμηρος, οι προσωκρατικοί, άλλη ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης και άλλη οι υλιστές επικούρειοι, οι στωϊκοί καθώς και οι κυνικοί ή αργότερα οι νεοπλατωνικοί και γνωστικοί.

 Ας κρατήσουμε μόνο, σε όποιο βαθμό ισχύει, την σχεδόν γενική θεώρηση του σώματος ως Ναό της ψυχής που μας ενδιαφέρει εν προκειμένω. Κάποιοι από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους θεωρούσαν σώμα και ψυχή ως μια αδιαίρετη ενότητα με το σώμα ναό της ψυχής που έπρεπε πάντα να μένει καθαρό και φροντισμένο.

Ο Nitzsche προχώρησε περισσότερο λέγοντας ότι η ψυχή είναι το σώμα όχι φυσικά με την χυδαία έννοια που έδινε στο κορμί η χριστιανική ηθική αλλά ανυψώνοντάς το στον θρόνο του και αφαιρώντας του κάθε απαξία...

Στους Έλληνες η λέξη «ψυχή» απέκτησε δυο βασικά σημαίνοντα με πολλαπλά σημαινόμενα. Το πρώτο αφορά στην συνήθη χρήση της στον καθημερινό λόγο, όπου δηλώνει την «πνοή», τη «ζωτική ορμή» (κάτι ανάλογο με την «élan vital» του Bergson ή και του Ηράκλειτου), το «θάρρος» ή το «ήθος». 


Το δεύτερο αφορά στις ειδικές χρήσεις της στις διάφορες φιλοσοφικές σχολές και θρησκευτικές δοξασίες ως μια αόρατη και για μερικούς άυλη ή και αθάνατη ουσία που ζωοποιεί και κινητοποιεί το σώμα. Και όχι μόνον το ελέγχει αλλά για πολλούς επιζεί μετά τον θάνατο του σώματος, μεταβαίνοντας σε έναν τόπο δυστυχίας ή μακαριότητας ή, για άλλους, σε κάποιο διαφορετικό σώμα. 

Αν και πρέπει ασφαλώς να διαχωριστούν αυτά τα δυο σημαίνοντα, καθώς και τα αντίστοιχα σημαινόμενα τους όταν χρησιμοποιούνται ως τεχνικοί όροι από την εκάστοτε φιλοσοφική θεωρία, η κάτωθι σύντομη παράθεση αναδεικνύει σε αναδρομή κάποια από τα στοιχεία της αλληλεπίδρασης αυτών των δύο σημαινόντων, που επέδρασαν στην εξέλιξη της σημασιολογίας των κατ' αντιστοιχία σημαινομένων τους.

[ Ας σημειώσουμε σαν κατακλείδα αυτής της εισαγωγικής παραγράφου δυο θέσεις που θα μας φανούν χρήσιμες στην πορεία : 1. σχετικά με την ουσία της σκέψης του προαναφαιρόμενου φιλόσοφου Henri-Louis 
Bergson (1859–1941)Ο Bergson, στα κυριότερα έργα του, κινείται συνεχώς σε μια διπολικότητα* σώματος και ψυχής, ενστίκτου και ενόρασης, πραγματικού και νοητού, μηχανικής και αληθινής μνήμης, ύλης και ζωής, ανοικτής και κλειστής ηθικής, στατικής και δυναμικής θρησκείας, παράδοσης και ουσιαστικής ανέλιξης του πολιτισμού. 

 2.  Ο μεγάλος Εφέσιος φιλόσοφος Ηράκλειτος  – ο αποκαλούμενος σκοτεινός φιλόσοφος του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος – μπόρεσε να συλλάβει την αλήθεια για την ανθρώπινη ψυχή, διατυπώνοντάς την με μια απέριττη  αλλά και συγκλονιστική σαφήνεια. «Τα σύνορα της ψυχής δε θα τα βρείς, όποιον δρόμο κι αν ακολουθήσεις, τόσο βάθος έχει η ουσία της.» Ηράκλειτος , απόσπ. 45

Ο Ηράκλειτος κατέχει μια ξεχωριστή θέση όχι μόνο στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία, αλλά και στο χώρο της -γιουνγκιανής κυρίως– ψυχοθεραπείας , αφού η ηρακλειτική φιλοσοφία επηρέασε φανερά τον Ελβετό ψυχίατρο και μύστη της ψυχολογίας , Carl G.Jung.  Ο Jung ενσωμάτωσε στο φιλοσοφικό του σύστημα αλλά και στις μεθόδους ψυχοθεραπείας που εφάρμοσε, τον περίφημο Νόμο της Εναντιοδρομίας ο οποίος βασίζεται στη φιλοσοφία του Ηράκλειτου περί αρμονίας των αντιθέτων]

Η ομηρική άποψη για τη μετά θάνατον ζωή δέσποζε στη λαϊκή θρησκεία, μυθολογία και παράδοση των Ελλήνων για πολλούς αιώνες. Στην ελληνική γραμματεία η λέξη «ψυχή» πρωτοσυναντάται στα Ομηρικά έπη και μάλιστα σε καταστάσεις σχετικές πάντα με τον άνθρωπο, όπου η «ψυχή» παρουσιάζεται είτε ως κάτι το οποίο κινδυνεύει να χάσει ο πολεμιστής στη μάχη είτε ως κάτι που μετά τον θάνατο του σώματος μεταβαίνει στον Άδη, δηλαδή τον κάτω κόσμο. Εκεί ονομάζεται επίσης «είδωλον» επειδή διατηρεί τη μορφή και την προσωπικότητα του νεκρού, αλλά βρίσκεται σε μια εξαιρετικά υποβιβασμένη κατάσταση

Μερικές ψυχές, ωστόσο, έχουν την τύχη να πάνε στα Ηλύσια Πεδία, απολαμβάνοντας αθανασία με τους θεούς. Η άποψη του Ομήρου για τη μετά θάνατον ζωή πιθανόν προέρχεται από τους μύθους της Μεσοποταμίας και διατηρείται στη λαϊκή θρησκεία των Ελλήνων επί μακρόν, ακόμη και στη μετά Χριστόν εποχή, αν και φυσικά από τόπο σε τόπο και από εποχή σε εποχή εμφανίζονται διαφορές στις αντιλήψεις.

Παράλληλα, όμως, αρχίζουν να διαμορφώνονται και να αποκτούν οπαδούς και άλλες θεωρίες περί την ψυχή και την μετά θάνατον ζωή. Στα κείμενα της προσωκρατικής εποχής (7ος- 5ος αι. π.Χ.) παρατηρείται η γενίκευση στη χρήση του όρου «ψυχή», η οποία από τότε χρησιμοποιείται ως συνώνυμη της «ζωής» ή, ακόμη γενικότερα, ως η κινητήρια δύναμη της φύσης. Έτσι λοιπόν, χαρακτηρίζεται ως έμψυχο ο,τιδήποτε κινείται, και ο Θαλής ο Μιλήσιος θεωρεί τον μαγνήτη έμψυχο λόγω των ελκτικών του ιδιοτήτων. Σε παρόμοιο πλαίσιο, οι Ίωνες φιλόσοφοι γενικά βλέπουν τον κόσμο ως «έμψυχον κα δαιμόνων πλήρη»[Καθολική Εγκυκλοπαίδεια, λήμμα Υλοζωϊσμός ]

Κατά τον 5ο αι. στην καθημερινή εκφορά του λόγου η ψυχή σημαίνει ακόμη την έδρα των σωματικών επιθυμιών, των συναισθημάτων και της νόησης. Παράλληλα αρκετοί, και μεταξύ τους οι Θουκυδίδης και Ιπποκράτης, χρησιμοποιούν τον εν λόγω όρο ή τα παράγωγά του για να δηλώσουν το θάρρος ή, γενικότερα, το ήθος του ανθρώπου. 

Ειδικά η τελευταία σημασιολογική προέκταση της «ψυχής» στον καθημερινό λόγο, που περιλαμβάνει και το έλλογο μέρος του ανθρώπου, εικάζεται ότι οφείλεται στην ορολογία των Πυθαγορείων. Οι Ορφικοί και οι Πυθαγόρειοι, πιθανώς επηρεασμένοι από ανατολικές θρησκευτικές δοξασίες, πιστεύουν ότι η ψυχή είναι θεϊκή στη φύση της, ότι έχει φυλακιστεί στο σώμα και ότι μετενσαρκώνεται. 

Οι Ορφικοί υποστηρίζουν ότι η οριστική απελευθέρωση της ψυχής από τους κύκλους των μετενσαρκώσεων και η μόνιμη διαμονή της στα Ηλύσια Πεδία επιτυγχάνεται με τρεις ενάρετες ζωές. Αντιθέτως, οι ψυχές των αδίκων υφίστανται τιμωρίες και επιπλέον ενσαρκώσεις. Οι Πυθαγόρειοι διδάσκουν ότι η ηθική ζωή οδηγεί σε ανώτερες μετενσαρκώσεις, μέχρι να επιτευχθεί η ένωση με το θείον. 

Η αποχή των Ορφικών και των Πυθαγορείων από κρέας έχει ερμηνευτεί ως εκδήλωση σεβασμού προς τις μετενσαρκωμένες ψυχές. [ είναι θεωρώ εμφανής εδώ η συγγένεια ή και επιρροή(;) από τις ινδικές θρησκειο-φιλοσοφικές δοξασίες για το «κάρμα» και τις συνεχείς του μετενσαρκώσεις μέχρι την τελική ένωση με το θείο και την απαλλαγή από την βάσανο των αλλεπάλληλων γεννήσεων. ]

Ο Παρμενίδης, που θεωρείται μαθητής των Πυθαγορείων Αμινίου και Διοχαίτου και ιδρυτής της Ελεατικής Σχολής, θεωρούσε ότι οι ψυχές προέρχονται από τον ουρανό. Ο Ηράκλειτος τόνιζε ότι η ψυχή επηρεάζεται δυσμενώς από το ποτό, συσχετίζοντάς την έτσι στενά με το σώμα και γενικά με την ύλη, όπως και οι περισσότεροι σύγχρονοί του, αλλά τη θεωρεί λεπτή και αιθέρια. [ δηλαδή « μη αισθητή ύλη » και ας κρατήσουμε επίσης αυτό το πολύ ενδιαφέρον σημείο στο νου μας.]

Ο Εμπεδοκλής, επηρεασμένος από τους Ορφικούς και τους Πυθαγορείους, δίδασκε ότι οι αμαρτωλοί πρέπει να περιπλανηθούν επί 30.000 έτη στη «σπηλιά» της γης, περνώντας με αλλεπάλληλες μετενσαρκώσεις και από τα τέσσερα βασικά στοιχεία της φύσης (τη φωτιά, τον αέρα, το νερό και τη γη) με σκοπό να επιτευχθεί ο εξαγνισμός. Ο ίδιος πίστευε ότι σε προηγούμενες ζωές η ψυχή του βρέθηκε σε θάμνο, σε πουλί και σε ψάρι.

[ Σε αυτό το σημείο είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί κάτι που δημιούργησε μια διαρκή παρεξήγηση που κρατά ως και σήμερα για πολλούς. Αυτό έγκειται στην σύγχυση των εννοιών «μετενσάρκωση» και «μετεμψύχωση» που συχνά ταυτίζονται. Το σημαντικότερο και πιο διαδεδομένο λάθος είναι η έννοια, ότι οι ανθρώπινες ψυχές μπορούν να ενσαρκωθούν σε σώματα ζώων ή ακόμα και φυτών.Αυτή η αντίληψη ξεκίνησε απο την αρχαιότητα με την παρερμηνεία κάποιας συμβολικής διατύπωσης της μυστικής διδασκαλίας του Πυθαγόρα. Η παρερμηνεία έγινε πρώτα από τον Εμπεδοκλή και έπειτα από τον Πλάτωνα. Έχει επικρατήσει μέχρι σήμερα η ερμηνεία του Πλάτωνα. Αυτή η θεωρία καλείται  μ ε τ ε μ ψ ύ χ ω σ η.  Οι νεο-Πλατωνικοί και πολλοί άλλοι μελετητές προσπάθησαν να διορθώσουν τα πράγματα, αλλά οι εργασίες τους δεν είχαν απήχηση.
H  μ ε τ ε ν σ ά ρ κ ω σ η  είναι αυτό ακριβώς που λέει η λέξη: η αλλαγή της σάρκας, του σώματος, ως κέλυφος - περίβλημα της Ψυχής, της ίδιας πάντα Ατομικότητας. 


Οι απόψεις του Πλάτωνα περί άυλης και αθάνατης ψυχής υπήρξαν καθοριστικές για τους μετέπειτα στοχαστές. 

Στον Φαίδωνα ο Πλάτων παρουσιάζει τον Σωκράτη, ως γνήσιο φιλόσοφο, να επιθυμεί τον σωματικό του θάνατο, ώστε να αποδεσμευθεί η ψυχή του από τις απατηλές εντυπώσεις των υλικών αισθήσεων και, έτσι, να κατακτήσει την πραγματική γνώση και σοφία. 

Η φιλοσοφία είναι «μελέτη θανάτου» (Φαίδων 67d). Με την απελευθέρωση της από το σώμα, η ψυχή απαλλάσσεται από ένα δυσβάστακτο βάρος και μπορεί πλέον να αφιερωθεί απερίσπαστη στη θέαση των Ιδεών. Παρόλα αυτά, αντιμετωπίζει τη δυσπιστία καθώς πολλοί αρνούνται τη μετά θάνατον επιβίωση της ψυχής. 

Για να υποστηρίξει ο Σωκράτης την αθανασία της ψυχής και τον έλλογο χαρακτήρα της, ότι δηλαδή αυτή είναι το «εγώ», η πραγματική έδρα της προσωπικότητας και της υπόστασης του όντος, εκθέτει τέσσερα επιχειρήματα.
  1. Το πρώτο βασίζεται στην ήδη υπάρχουσα δοξασία της μετενσάρκωσης: αν η ψυχή έφθινε και πέθαινε ύστερα από έναν κύκλο μετενσαρκώσεων, τότε η ζωή θα έπρεπε να έχει εκλείψει από τον κόσμο. Αντιθέτως, η ζωή εξακολουθεί να υπάρχει και να κάνει τους κύκλους της μέσα στη φύση, και επομένως οι ψυχές είναι αθάνατες. 
  2. Το δεύτερο επιχείρημα αντλείται από την ικανότητα που έχει ο άνθρωπος να αντιλαμβάνεται ιδέες και νοήματα χωρίς να εξαρτάται από τις αισθήσεις του: για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να φανταστεί έναν τέλειο κύκλο χωρίς να έχει δει ποτέ του κάτι τέτοιο στον υλικό κόσμο. Τούτη η ικανότητα δείχνει ότι η ψυχή κατέχει γνώση από τον κόσμο των Ιδεών και, επομένως, προέρχεται από εκεί. 
  3. Η συσχέτιση της ψυχής με τον κόσμο των Ιδεών είναι σημαντική και αυτό το δηλώνει ιδιαίτερα το τρίτο επιχείρημα: εφόσον η ψυχή είναι αόρατη, προφανώς συγγενεύει με τον κόσμο των Ιδεών: είναι απλή και ασύνθετη, αδιάλυτη και αιώνια, όπως είναι και οι Ιδέες. 
  4. Τέλος, σύμφωνα με το τέταρτο επιχείρημα, εφόσον η ψυχή είναι αυτή που δίνει ζωή στο σώμα και ο χωρισμός ψυχής και σώματος σημαίνει θάνατος για το σώμα, άρα η ίδια διαθέτει αυτονομία ζωής.
Στο Συμπόσιο μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη πως, όταν η ψυχή πρόκειται να ενσαρκωθεί, χωρίζεται σε δύο τμήματα που εισέρχονται σε δύο διαφορετικά σώματα. Εντούτοις, τα δύο μέρη της ψυχής έλκονται μεταξύ τους, και έτσι εξηγείται το φαινόμενο του έρωτα.

 Στον Φαίδρο παρουσιάζεται η θεωρία ότι ο άνθρωπος έχει τρεις ψυχές: μία στο κεφάλι (έδρα της νόησης), μία στο στήθος (έδρα των συναισθημάτων) και μία στην κοιλιά (έδρα των σωματικών επιθυμιών). 

Στην Πολιτεία, όμως, η προσέγγιση αλλάζει με σκοπό να ξεπεραστούν τα κενά των προηγούμενων θεωριών. Εκεί λοιπόν αναφέρεται ότι ο άνθρωπος έχει μία μόνο ψυχή αλλά τρισυπόστατη: τον νου (νόηση), τον θυμόν (συναίσθημα) και το επιθυμητικόν (επιθυμία). 

Στον Τίμαιο, επιπρόσθετα, παρουσιάζεται η θεωρία της τριμερούς ψυχής εφαρμόζεται και στην ψυχή του κόσμου, και αυτή η τριάδα των ιδιοτήτων είναι που εξασφαλίζει την κίνηση στα ουράνια σώματα.

 Για τον Αριστοτέλη η ψυχή αντιστοιχεί στις ιδιότητες που έχει ένα ζωντανό ον (μορφή ή εντελέχεια), είτε πρόκειται για φυτό είτε για ζώο είτε για άνθρωπο. Ο αριστοτελικός όρος εντελέχεια (και όχι ενδελέχεια που σημαίνει κάτι τελείως διαφορετικό), ορίζεται ως εξής : 

1. όρος δηλωτικός για την μετάβαση της ύλης από την αδρανή στην ενεργό κατάσταση με την πρόσληψη μορφής ( είδους), αλλά και την αιτία αυτής της μετάβασης.  

2. ζωτική δύναμη που διέπει και καθοδηγεί την υλική ενέργεια των οργανικών όντων.Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι η ψυχή, αν και δεν είναι κάτι το υλικό, δεν είναι διαχωρίσιμη από το σώμα. Σύμφωνα με την αριστοτελική θεωρία, η ψυχή δεν μπορεί μα υπάρξει δίχως το σώμα, αντίθετα με την πλατωνική θεωρία που υποστήριζε την αθανασία της ψυχής. Η ψυχή και το σώμα, κατά τον Αριστοτέλη, αποτελούν τις δυο όψεις του ιδίου νομίσματος, αποτελούν μια ενότητα, που διαρκεί όσο διαρκεί η ζωή του ανθρώπου. 

Το μόνο μέρος της ψυχής που συνεχίζει να υπάρχει είναι αυτό του ποιητικού νου όπως αυτός ορίζεται από τον Αριστοτέλη. ( ο ποιητικός νους, κατά τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, σε αντίθεση με τον παθητικό νου, που συλλαμβάνει τα νοητά και αυτή η σύλληψη αντιστοιχεί σε δυνάμει γνώση αποτελώντας μια δυναμικότητα, είναι ο νους που δημιουργεί τα πάντα και συνιστά το ποιητικό αίτιο των πραγμάτων. Είναι αυτός που ενεργεί ως μέσο μετατρέποντας την  δ υ ν ά μ ε ι  γνώση του παθητικού νου σε  ε ν έ ρ γ ε ι α, δηλαδή γνώση σε  
ε ν τ ε λ ε χ ε ί α και ταυτίζεται μεν με τον θεϊκό αλλά ενυπάρχει στην ανθρώπινη ψυχή )


χωρισθείς δ' εστί μόνον τουθ' όπερ εστί, και τούτο μόνον αθάνατον και αϊδιον. Ου μνημονεύομεν δε, ότι τούτο μεν απαθές, ο δε παθητικός νους φθαρτός....
                                                                    ( Περί Ψυχής ΙΙΙ, 430a 22-25 )



και αφού τον χωρίσει ο θάνατος, ο νους, είναι μόνο αυτό που είναι, και μόνο αυτό είναι το ίδιο και αθάνατο. Και δεν θυμόμαστε τίποτα γιατί αυτό που μένει μετά τον θάνατο είναι απαθές, ενώ ο παθητικός νους είναι φθαρτός...

Ο μελετητής του Αριστοτέλη, William D. Ross, αναφέρει ότι η ψυχή αποτελεί αιτία της κίνησης, κινεί μεν, χωρίς όμως να κινείται η ίδια. Ο Αριστοτέλης θεωρεί την ψυχή μορφή, ενώ η ύλη είναι το σώμα και εντελέχεια του ζωντανού σώματος. Αφού το σώμα αποτελείται από διάφορα όργανα, που το καθένα τους επιτελεί διαφορετική λειτουργία, η ψυχή απομένει να συνιστά την πρώτη εντελέχεια του σώματος.


αναγκαίον άρα την ψυχήν ουσίαν είναι ως είδος σώματος φυσικού δυνάμει ζωήν έχοντος.  
Η δ' ουσία  ε ν τ ε λ έ χ ε ι α.  Τοιούτου άρα σώματος εντελέχεια.
                                                                                               
                                                                 ( Περί Ψυχής ΙΙ, 412a 19-20 )



Είναι ανάγκη λοιπόν η ψυχή να είναι ουσία, γιατί είναι μορφή σώματος φυσικού που έχει την δυναμικότητα να ζεί. Και η ουσία αυτή είναι  ε ν τ ε λ έ χ ε ι α.  Επομένως είναι η εντελέχεια αυτού του σώματος.


Άρα λοιπόν δεν ισχύει πως ο Αριστοτέλης θεωρούσε πως "η ψυχή είναι ύλη". Ο Αριστοτέλης θεωρούσε πως η ψυχή είναι η έκφραση των ιδιοτήτων, του χαρακτήρα, του "σκοπού" ενός όντος, δηλαδή η αρχή εκείνη που καθοδηγεί την ανάπτυξή του.

Σύμφωνα με την αριστοτελική ορολογία, η ψυχή είναι η μορφή ενός όντος, που διαπλάθει την ύλη που το αποτελεί, κι όχι αυτή καθ' αυτή η ύλη. Για το λόγο αυτό, ο Αριστοτέλης θεώρησε πως η "ψυχή" δεν έχει ανεξάρτητη υπόσταση και επομένως δεν μπορεί να επιβιώσει μετά τη διάλυση της ύλης του όντος (δεν νοούνται ιδιότητες και σκοπός χωρίς το ον στο οποίο ανήκουν).

Τα πράγματα περιπλέκονται, εξάλλου, καθώς ο Αριστοτέλης θεωρούσε επίσης πως δεν μπορεί να υπάρξει ύλη χωρίς μορφή, δηλαδή "ψυχή". (Στη "μορφή" συμπεριλάμβανε και όλα εκείνα που εμείς θα ονομάζαμε σήμερα λειτουργία, ανάπτυξη, εξέλιξη, κίνηση, σκοπό και στόχο - μια τελεολογική αντίληψη της φύσης.) Έτσι, "άψυχα" αντικείμενα όπως οι πέτρες είχαν (αριστοτελική) "ψυχή", που συνίστατο ουσιαστικά στη "συνήθειά" τους να κινούνται προς τις "φυσικές τους θέσεις", δεν είχαν όμως άλλα είδη "ψυχής" ("θρεπτική", "αντιληπτική" και "λογική" ψυχή).

Και όπως οι ιδιότητες ενός αντικειμένου οφείλουν την υπόστασή τους στο ίδιο το αντικείμενο, έτσι και η ψυχή οφείλει την υπόστασή της στο υλικό σώμα. Όταν λοιπόν αυτό πεθαίνει και διαλύεται, η ψυχή του εκμηδενίζεται.
Για τον άνθρωπο η ψυχή του έχει πέντε «δυνάμεις», ή αλλιώς δυνατότητες: (1) το «θρεπτικόν», που σχετίζεται με τη θρέψη του σώματος· (2) το «ορεκτικόν», δηλαδή την τάση για καθετί καλό· (3) το «αισθητικόν», την ικανότητα της πρόσληψης των πληροφοριών μέσω των αισθήσεων·(4) το «κινητικόν», που εξασφαλίζει τις κινήσεις του σώματος και (5)το «διανοητικόν».

Αλλά και ο δαιμόνιος Αριστοτέλης αναφέρει αιτία για την οποία η ψυχή που έρχεται από τον εκεί ανώτερο Κόσμο προς τον εδώ, ξεχνάει τα θεάματα που έχει εκεί, ενώ, όταν απέρχεται από εδώ, θυμάται εκεί τα εδώ παθήματά της. Η άποψη αυτή πρέπει να γίνει δεκτή. Διότι και αυτός λέει ότι κατά τη μετάβαση από την υγεία στην αρρώστια μερικοί ξεχνάνε ακόμα και τα γράμματα που έχουν μάθει, ενώ στη μετάβαση από την νόσο στην υγεία κανείς ποτέ δεν παθαίνει κάτι τέτοιο.

 Γιατί τις ψυχές η άνευ σώματος ζωή,  ως κατάσταση φυσική που είναι, μοιάζει με την υγεία, ενώ η εν σώματι, όντας κατάσταση παρά φύση, μοιάζει με την νόσο. Διότι οι ψυχές στον εκεί Κόσμο ζουν κατά φύση, ενώ στον εδώ παρά φύση. Είναι εύλογο επομένως οι ψυχές οι οποίες έρχονται από εκεί να ξεχνάνε τα εκεί πράγματα, ενώ οι ψυχές οι οποίες από εδώ πηγαίνουν προς τα εκεί να θυμούνται τα πράγματα του εδώ Κόσμου.



«'εστι δ' η μεν ύλη δύναμις, το δ' είδος ε ν τ ε λ έ χ ε ι α »
                                                                                                 
                                                                    ( Περί Ψυχής  2Α, 412a3 )



Στωικισμός : Οι Στωικοί πίστευαν ότι ολόκληρο το σύμπαν έχει ως κινητήρια δύναμη το «Πνεύμα» και ότι η ψυχή αντιστοιχεί στο «πνεύμα» που διαπνέει το σώμα (είτε των ζώων είτε των ανθρώπων, όχι των φυτών) και το κάνει να λειτουργεί και να ζει.

 Στην περίπτωση των ανθρώπων, όμως, η ψυχή έχει περισσότερες λειτουργίες. Συγκεκριμένα, αποτελείται από οχτώ μέρη, το «ηγεμονικόν», δηλαδή τον λόγο, τις πέντε αισθήσεις και τις αναπαραγωγικές δυνάμεις. 

Οι Στωικοί απέκλειαν την ιδέα της απόλυτης αθανασίας της ψυχής, εφόσον πίστευαν ότι κάποια στιγμή τα πάντα θα κατακαούν. Μερικοί Στωικοί δεν το δέχονταν ούτε και αυτό, όπως ο Κλεάνθης και ο Χρύσιππος ο Σολεύς, υποστηρίζοντας ότι η ψυχή πεθαίνει μαζί με το σώμα. 

Οι Επικούρειοι δίδασκαν ότι η ψυχή αποτελείται από τα πιο λεπτά και πιο κινητικά άτομα του
σύμπαντος, λεπτότερα ακόμη και από αυτά του αέρα και της φωτιάς, και σε αυτό απέδιδαν τις λειτουργίες της σε σχέση με τη σκέψη και τις αισθήσεις.

 Κατ' αυτούς, όταν τραυματίζεται το σώμα, μερικά άτομα της ψυχής διαρρέουν. Αν το ποσοστό τους είναι μεγάλο, τότε επέρχεται θάνατος του σώματος και όλα τα άτομα της ψυχής σκορπίζονται. 

Ο Πλωτίνος, αναπλάθοντας την πλατωνική διδασκαλία και προσδίδοντάς της έντονη θρησκευτική χροιά, επανέλαβε τις απόψεις περί άυλης ψυχής, συγγενούς με τον κόσμο των Ιδεών, η οποία έχει φυλακιστεί στο σώμα και υφίσταται μετενσαρκώσεις, το επίπεδο των οποίων μπορεί να αναβαθμιστεί ή να υποβαθμιστεί ανάλογα με το πώς διάγει κανείς τη ζωή του. [ έντονη και εδώ η ομοιότητα με το ινδικό «κάρμα» και τις συνεχείς επαναγεννήσεις  καθώς και από τον νεοπυθαγορισμό, δεδομένου ότι προτάσσει πως όσοι αγαπούν τη μουσική, αυτοί στην επόμενη ζωή θα γίνουν ωδικά πτηνά, ενώ οι στοχαστικοί φιλόσοφοι θα μεταμορφωθούν σε αετούς.  

Ύστατος σκοπός η επανένωση της ατομικής ψυχής με την ψυχή του κόσμου, οπότε και η πρώτη χάνει την ατομικότητά της. Και πριν όμως από αυτό, ήδη κατά τη διάρκεια του ένσαρκου βίου, η ψυχή μπορεί να αποζητήσει τον πνευματικό κόσμο μέσω του ασκητισμού και του στοχασμού, και τότε ίσως καταστεί δυνατόν να δει το θείο φως. Ως αρετή ορίζεται η προσέγγιση της ψυχής προς τον Θεό και ως κάλλος η επικράτησή της επί του σώματος και των επιθυμιών του. 



 Ονομάζοντας οι αρχαίοι Έλληνες το σώμα «ναό της ψυχής» δεν εννοούσαν με κανέναν τρόπο ότι η ψυχή απλά κατοικεί ή «ιερουργεί» υπηρετώντας το σώμα με σκοπό να το εξαγνίσει και να το αποκαθάρει από πάθη και «βδελύγμαται»

Αν ήταν έτσι, η σκέψη τους ελάχιστα θα διέφερε από την μετέπειτα χριστιανική προσέγγιση του βρώμικου και αμαρτωλού σώματος, παρά μόνον ίσως από αισθητική και ηθικολογική άποψη. Αντί για το σώμα ''φυλακή'' της ψυχής των φανατικών και ζοφερών ''υπηρετών του Θεού'', που ταλανίζει τον άνθρωπο απομακρύνοντας τον από τον παράδεισο και την αιώνια ζωή,  θα είχαμε το σώμα-ναό των ευρύνοων και απαλαγμένων από ενοχικά συμπλέγματα, εραστών του κάλους προγόνων μας. Παρά ταύτα και στις δυο περιπτώσεις, ψυχή και σώμα θα ήσαν διαφοροποιημένες και ξεχωριστές οντότητες και ο δυϊσμός θα ήταν κοινός τόπος.

Αυτό όμως που περέγραφαν οι Έλληνες όταν αποκαλούσαν το σώμα «ναό της ψυχής» προσδιόριζε το αδιαίρετο, το αδιαχώριστο των δυο εννοιών τελουμένων σε διαρκή διαλεκτική ενότητα. 

Δεν υπήρχε ''ναός'' χωρίς την ''ψυχή'' του, ούτε και το αντίστροφο. Δεν μιλούσαν για δυο ξεχωριστές οντότητες αλλά για μια αδιάρρηκτη ενότητα που η σύνθεσή της αποτετελούσε το ον. 

Ο Nitzsche προχώρησε την άποψη αυτή παρακάτω : « Το σώμα δεν είναι  ''ναός'' καμιάς ''ψυχής'', η ''ψυχή'' δεν χρειάζεται κανέναν ''ναό'', γιατί η ψυχή είναι το σώμα! »

Πάντα με την έννοια που ορίσαμε στην αρχή. Ένα σώμα που, μιας και είναι ό,τι έχουμε και με ό,τι πορευόμαστε στην εξέλιξή μας, είναι ο μόνος αληθινός και στέρεος ναός μας. 

ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΜΑΣ, ΤΑ ΑΡΧΕΓΟΝΑ ΕΝΣΤΙΚΤΑ, Ο ΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΜΑΣ, Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ, Η ΣΚΕΨΗ ΚΑΙ Η ΦΑΝΤΑΣΙΑ, Η ΔΥΝΑΜΗ, ΤΑ ΜΠΟΡΩ ΚΑΙ ΤΑ ΘΕΛΩ ΜΑΣ. Αυτό καθόρισε ο Nitzsche με το « η ψυχή είναι το σώμα »

 Ακολούθησα πάντα - προσπάθησα τουλάχιστον να το κάνω - την σκέψη του φιλοσόφου, υπακούοντας στην ρητή προτροπή του να αρνείσαι τον δάσκαλο και να τον αφήνεις πίσω χωρίς λύπη και δισταγμό, όταν έρθει η ώρα γι' αυτό, που είναι άλλωστε και η δικαίωση κάθε πραγματικού δασκάλου. 

Προχώρησα ταπεινά και με δέος ένα βήμα παρακάτω, συλλαμβάνοντας και σχηματίζοντας την δική μου θεώρηση πάνω στο θέμα, που συνοψίζεται επιγραμματικά στα εξής : « Ναι η ψυχή είναι το σώμα με το τελευταίο να είναι η ενότητα του αισθητού και του μη αισθητού μέρους του. Του οργανικού ορατού και του ανόργανου αοράτου ».  Το « μη αισθητό » μέρος διόλου δεν παραπέμπει στην «ψυχή»  ή σε κάτι παρόμοιο κατά καμία έννοια. Αναφέρεται σε κάτι σαν αυτό που στην φυσική λέμε υπολείπουσα ύλη που προκαλεί βαρυτικά και άλλα φαινόμενα που χωρίς την αθέατη παρουσία της θα παρέμεναν ανεξήγητα.

Η «ψυχή» λοιπόν είναι αυτό ακριβώς το μη αισθητό, πλην αντιληπτό από τις έντονες επενέργειες
και  παρεμβάσεις του, αόρατο σώμα μας. 

Είναι, σαν να λέμε, η «ψυχρή», η «σκοτεινή ύλη» του ατομικού μας σύμπαντος, του σώματός μας, που, όπως και στο εξώτερο σύμπαν, αποτελεί το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα της ύλης του.Και επειδή Ύλη = Ενέργεια, έτσι και αυτή όταν πεθαίνει το αισθητό σώμα, δεν χάνεται  και ούτε καταστρέφεται όπως και δεν δημιουργείται, παρά μετατρέπεται συνεχώς και διατηρείται αιώνια.

Με αυτή την έννοια είμαστε αθάνατοι και ακατάστρεπτοι και εμείς. Χωρίς την ανάγκη κανενός θεού να σώσει την « ψυχή» μας χαρίζοντας της αθανασία. Ο θεός βρίσκεται και ζει μέσα σε αυτή την καθαρή υλικότητα μας που αγνοεί τον θάνατο αφού ποτέ δεν δημιουργείται παρά μόνον υπάρχει αφ' εαυτής και καθ' εαυτήν. Όσοι το γνωρίζουν καλά αυτό, γίνονται Ο,ΤΙ ΕΙΝΑΙ, όπως έλεγε ο Nitzsche, ξέροντας όμως ήδη τι είναι. Θεοί δηλαδή του εαυτού τους._

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.