Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

[Οταν (Δεν) Πηγαίναμε Μαζί Σχολείο]

Του ΚΑΠΑ ΚΑΠΑ ΜΟΙΡΗ



Τη νοσταλγία που σέρνουν ξοπίσω τους οι school days δεν την ένιωσα ποτέ. Ούτε το αντάμωμα με παλιούς -και σπανιότερα νέους- συμμαθητές, ούτε τους νέους δασκάλους στην τάξη (και το συνεπακόλουθο αναγνωριστικό διάστημα, μέχρι να σπάσει το αβγό και δούμε τι κρύβει μέσα), ούτε το «γλυκό σφίξιμο» της πρώτης (κάθε χρονιά) μέρας. Με κανονικό σφίξιμο πήγαινα που καμιά γλύκα δεν έκρυβε μέσα του και μ’ αυτό πορευόμουν κάθε μέρα μέχρι το τελευταίο κουδούνι.

Χωρίς αιδώ ομολογώ πως ούτε νοστάλγησα, ούτε πεθύμησα ποτέ να ξαναδώ παλιούς δασκάλους και καθηγητές. Αν τύχαινε να ανταμώσουμε έξω στην πόλη, χαιρετιόμασταν εγκάρδια (ή χλιαρά, όσο επέτρεπε η μεταξύ μας προϊστορία δηλαδή) και συνεχίζαμε καθείς το δρόμο του. Δεν είμαι σίγουρος αν νιώθω -αναδρομικά, έστω- ευγνωμοσύνη για κάποιον απ’ όλους τους. Κάποια καλά ή άσχημα κομμάτια μέσα μου μπορεί και να ‘χουν αυτούς σαν ηθικούς αυτουργούς, ως εκεί όμως. 

Αγάπησα ή μίσησα θανατερά μαθήματα με δασκάλους που (ήταν φανερό) είχαν τον τίτλο μα όχι και το χάρισμα. Σήμερα τους θυμάμαι όλους (εκτός από μερικούς άχρωμους που ξέβαψαν στη μνήμη μου) σαν πρωταγωνιστές ταινίας. Με μας κομπάρσους. Εμείς ήμασταν που μπαίναμε στο πλάνο για λίγο και μετά φεύγαμε για να χωρέσουν κι άλλοι, κι άλλοι, κι άλλοι, ως τη σύνταξη. Τα «ζην» και τα «ευ ζην» κρύβουν αλήθειες, κρύβουν και ψέματα. Κοστούμι που χωράει σ’ όλους δεν είναι. Καλή τους ώρα, πάντως, όπου κι αν βρίσκονται σήμερα.
 
 
 
 
 
 
Και τους χαμένους από καιρό συμμαθητές δεν λαχτάρησα να συναντήσω. Τα ανάλατα reunion μ’ αφήναν ανέκαθεν αδιάφορο. Από τα τέσσερα πήγα σε ένα, φοβάμαι πως ήταν επειδή δεν είχα τίποτε πιο ενδιαφέρον να κάνω κείνο το βράδυ. Ή από περιέργεια, για να δω αν μερικές όμορφες -και απαγορευμένοι καρποί, το φοιτηταριό τρυγούσε τις καλύτερες ρόγες αφήνοντάς μας με τις δεύτερες και τις σταφίδες- των δεκαοχτώ άξιζαν δεύτερη ματιά σήμερα (ήσαν δυο-τρεις που ο χρόνος τους φέρθηκε με το γάντι, πράγματι). Στη φωτογραφία εκείνης της νύχτας, που δεν θυμάμαι καν ποια χρονιά έγραφε στη λεζάντα, δεν θα με βρεις. Τα «αναμνηστικά» κι εγώ βρίσκαμε πάντα τον τρόπο να είμαστε σκοτωμένοι.
 
 
 
 
 
 
Με λίγα λόγια, κάθε φορά που πάω να ταΐσω τη μνήμη μου με μυρωδιά από σαραντάφυλλα τετράδια, σάκους γυμναστικής με ξεχασμένα ιδρωμένα, σβήστρες (τα μπλάνκο ζούσαν σε άλλον γαλαξία τότε), μελάνι στα χέρια και βρεμένο σπόγγο (που σκότωνε ακαριαία λέξεις και αριθμούς), με θολά πρόσωπα, καταχωνιασμένες φωτογραφίες και ξεχασμένες φωνές, εκείνη δεν κουνάει την ουρά της πέρα δώθε με λαχτάρα. Μεγάλωσε, άλλωστε, και νέα κόλπα δεν μπορεί να μάθει, ούτε να προσποιηθεί πως νοιάζεται. Παιδί του School’s out ήτανε ανέκαθεν. For summer, for Christmas, forever.
 
 ΠΗΓΗ

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.