Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2013

Συνέντευξη με τον Howard Philip Lovecraft



s17

Αρχικός Τίτλος: Συνέντευξη με τον Howard Philip Lovecraft, ο συγγραφέας του αλλόκοσμου μιλάει για τις σκοτεινές πτυχές της ζωής του.
Μία σκοτεινή φιγούρα έκανε για λίγα δευτερόλεπτα την εμφάνιση της διασχίζοντας την οδό Εγνατία, πριν χαθεί ξανά πίσω από μία νεκρή, βεβηλωμένη, εκκλησία. «Οδός Ελευθέριου Βενιζέλου» σκέφτηκε, καθώς τα μάτια του έτρεχαν κατά μήκος ενός τσαλακωμένου χαρτιού που στιγμές πριν είχε βγάλει από την τσέπη του.

«Πρώτο στενό δεξιά θα δεις την οδό Κλεισούρας».. επιτάχυνε το βήμα της. Ένας μονότονος βηματισμός πλέον βίαζε τη νεκρική σιωπή της νύχτας. Η ώρα τρεις μετά τα μεσάνυχτα, «Σε ένα δεκάλεπτο ακριβώς η πύλη θα ανοίξει ώστε να με υποδεχτεί για λίγες μόνο ώρες..» σκέφτηκα, «ένας νεκρός θρύλος της λογοτεχνίας τρόμου, ο συγγραφέας του Αλλόκοσμου».
Λίγες μόλις ημέρες πριν, ο συνεργάτης μου και φίλος Αλέξανδρος(σημείωση: Αλέξανδρος Ιωαννίτης) μου είχε αφήσει ένα σημείωμα ανάμεσα σε δύο τόμους που κείτονταν στη βιβλιοθήκη μου. Είναι ο μόνος τρόπος επικοινωνίας που έχουμε από τότε που έφυγε. Το σημείωμα απλό και λιτό..
«Ο Howard δέχτηκε. Την τέταρτη μέρα ύστερα από το δεύτερο όνειρο αυτού του μήνα, εν ώρα τρεις και δέκα με τη σελήνη στον ορίζοντα, στην πρώτη στοά που ενώνει την οδό “Κλεισούρας” και “Εγνατίας”. Πρέπει να διασχίσεις τη στοά ερχόμενος από την “Κλεισούρας”.»
Ένας κυκεώνας ανέλπιστης ευτυχίας και άκρατου τρόμου, ένα αλλόκοτο συνονθύλευμα γέλιου και κραυγής με επισκέφτηκε ως πρώτη αντίδραση.«Πως είναι δυνατόν;» σκέφτηκα, «Ο ίδιος ο Αλέξανδρος μου είπε ότι δεν δέχτηκε να συναντήσει κανέναν έως τώρα, από όσο τουλάχιστον ξέρει ο ίδιος».
Ένα σώμα αδύναμο, λόγω της έντονης προσπάθειας να θέσω σε λογική σειρά συναισθήματα και σκέψεις, σωριάστηκε πάνω σε μία ξύλινη κουνιστή καρέκλα. «Γιατί εμένα;».
Δεν μπόρεσα να σκεφτώ κάποια λογική εξήγηση έως αυτή τη νύχτα,«Αρκετά.. σε λίγο θα ξέρω δίχως υποθέσεις» σκέφτηκα καθώς το τελευταίο λεπτό άρχισε να μετράει αντίστροφα. Εν ώρα 3:09:59 άρχισα να βαδίζω στη στοά, κάνοντας ένα αριστερό βήμα καθώς μία φράση ξένη με επισκέφτηκε:
«Πάντα κόντρα στο ρεύμα».
Περπατούσα πλέον στο εσωτερικό της, πίσω μου το πλακόστρωτο δρομάκι της οδού “Κλεισούρας”, μπροστά τα διερχόμενα φώτα λιγοστών αυτοκινήτων που διέσχιζαν την “Εγνατία”. Δεν αισθανόμουν τίποτα όμως,«και τώρα; δεν θα έπρεπε να γίνεται κάτι;». Έφτασα στο τέλος της στοάς δίχως το σκηνικό να αλλάξει..
«Τίποτα», σκέφτηκα θλιμμένος, «ίσως πρέπει να ξαναδοκιμάσω». Τότε όμως συνειδητοποίησα ότι ο δρόμος ήταν άδειος από αυτοκίνητα, «Μπορεί να είναι τρεις μετά τα μεσάνυχτα, αλλά όχι και έτσι», απευθύνθηκα στον εαυτό μου, ώστε λίγες στιγμές μετά να μου απαντήσει..
«Εδώ είναι πάντα έτσι, αγαπητέ μου � εριστερίδη…»
O H.P.Lovecraft σε φανταστικό σκίτσο με φόντο τις δημιουργίες της αλλόκοσμης φαντασίας του.
Μία αλλόκοτη συνάντηση..
Το βλέμμα μου γύρισε σταδιακά προς τα αριστερά μου, «η αγαπημένη σου πλευρά, κάνω λάθος;» μία ξένη σκέψη με επισκέφτηκε. Δεν έκανε λάθος. Μία σκοτεινή φιγούρα έστεκε λίγα βήματα πιο πέρα. Το βλέμμα της έτρεχε κατά μήκος μιας βιτρίνας, καθώς χάιδευε απαλά μία ηλικιωμένη, άχρωμη, γάτα στην αγκαλιά του.
«Ακόμα να βρω μία σωστή πένα εδώ, εσύ ξέρεις πόσο δύσκολο είναι.».
Αν και το σκηνικό ήταν πέρα για πέρα αλλόκοτο, εντούτοις αισθάνθηκα ότι μιλούσα σε κάποιον γνωστό μου και όχι σε έναν νεκρό θρύλο. Μπροστά μου έστεκε ένας άνδρας σωματώδης, σχεδόν ένα και εβδομήντα οκτώ με βάρος κάπου στα 75 με 85 χιλιόγραμμα.
«Συχνά σκεφτόμουν εν ζωή, ότι μερικοί από τους μεγαλύτερους άντρες ήταν και οι πιο μικρόσωμοι- ο Νεύτων ήταν σχεδόν νάνος, ο Πόουπ μικροσκοπικός, ο Πόε μικρόσωμος και ντελικάτος- αλλά γιατί να συνεχίσω; Ο κατάλογος είναι σχεδόν ατελείωτος. Μερικές φορές με προκαλούσαν οι δικές μου τερατώδεις διαστάσεις. Σχεδόν αρεσκόμουν να πιστεύω ότι ήμουν υπερβολικά σωματώδης ώστε να συγκαταλεχθώ στις τάξεις των πραγματικών καλλιτεχνών- αν και πάντα με εμψύχωνε το ένα και ενενήντα του Ντάνσανι.»(*1) είπε, καθώς έσκυψε προσπαθώντας να διακρίνει μία ξύλινη πένα με φτερό στη βιτρίνα.
«Κάποτε», συνέχισε, «γιατί τώρα η μορφή είναι ρευστή, πλάθεται ανάλογα με τον παρατηρητή μου.. Αλήθεια Περιστερίδη, εσύ πως με βλέπεις».
«Όπως σας είχα πάντα στο μυαλό μου, με τη μορφή που είχατε στην ακμή της ζωής σας. Σωματώδης, ψηλός και αλλόκοτος…» κοντοστάθηκα. Του μιλούσα για πρώτη φορά και ήδη κινδύνευα να τον προσβάλω.
Η φιγούρα του H.P.Lovecraft σε φανταστικό σκίτσο.
«Μην στεναχωριέσαι, το αλλόκοτο αποτελεί κολακεία πλέον για εμένα. Θα έπρεπε να το ξέρεις, έτσι μεγάλωσες..» χαμογέλασε καθώς σήκωσε το βλέμμα από το γυάλι του παμπάλαιου καταστήματος.
«Φαίνεται πως είναι σχεδόν αδύνατο να βρω ποια μου ταιριάζει στο χέρι αν δεν κάνω πρώτα τουλάχιστον δέκα δοκιμές. Η σύντομη δοκιμή στο κατάστημα είναι άχρηστη- πρέπει να πάρω τη πένα σπίτι και να γράψω μία δύο σελίδες πριν μπορέσω να σχηματίσω πραγματικά σαφή ιδέα για το πόσο ταιριάζει στο βαθμό πίεσης που θέλω και στον τρόπο κίνησης των μυών μου. Αυτή με την οποία γράφω τώρα είναι η 7η ή 8η που έχω από τότε που ήρθα εδώ και είμαι μισοβέβαιος ότι θα την κρατήσω. Πάντως είναι ανοησία να λέει κανείς ότι μπορεί μια πένα να σου κρατήσει μια ζωή.»(*2)
Ξαφνικά σταμάτησε να μιλάει, γυρνώντας το βλέμμα προς τη πλευρά μου για πρώτη φορά και χαμογελώντας. «Αλλά μάλλον δεν ήρθες να με ακούσεις να μιλάω για πένες, έτσι δεν είναι;»
Χαμογέλασα.. «Ξέρετε, τρέφω μία ιδιαίτερη αγάπη προς την πένα. Ειλικρινά χαίρομαι που δεν είμαι ο μόνος.».
«Δεν είσαι, πίστεψε με, δεν είσαι. Το ίδιο αντιμετωπίζει και ο Έδγαρ.»(εννοεί τον Έδγαρ ‘Aλλαν Πόε)
Μιλώντας για τον Πόε.
«Ώστε γνωρίστηκαν» σκέφτηκα σιωπηλά..
«Ναι, από τη στιγμή που έφτασα στο τέλος της δικής μου πύλης. Ο Έδγαρ με περίμενε στην άλλη άκρη.» απάντησε χαμογελαστός.
Περπατούσαμε πλέον παράλληλα σε μια οδό, που έμοιαζε αλλόκοτα με την Εγνατία της Θεσσαλονίκης, αλλά δεν ήταν.. Ίδια κτίρια, ίδιο σκηνικό, αλλά νεκρή. Ένας μουντός φωτισμός κάλυπτε με ένα πέπλο μυστηρίου κάθε της γωνία. Κανένας άνθρωπος, εκτός από εμάς του δύο.
Κατεβαίναμε πλέον την οδό Αριστοτέλους, σχεδόν ίδια, αλλόκοτα διαφορετική. Δύο μαυροντυμένες φιγούρες, φερμένες από διαφορετική εποχή αλλά συνάμα τόσο ίδιες.
«Πως είναι ο κύριος Πόε;» τον ρώτησα, «έχει αποκολληθεί από τα πάθη του;».
Γύρισε γεμάτος απορία..
«Λίγοι δίνουν σημασία σε τέτοιες εκφάνσεις της ζωής του. Σχεδόν όλοι εστιάζουν αποκλειστικά στα αλλόκοτα πεδία της φαντασίας του».
Δεν άντεξα, ρισκάροντας ίσως μια επικείμενη παρεξήγηση.. «Απλά πιστεύω ότι ως έρμαιο των παθών του, αλκοολικός και παραδομένος συχνά σε πλατωνικούς έρωτες, δεν έφτασε στο επίπεδο που η απόκοσμη φαντασία του πλάστηκε να φτάσει. Είχε να δώσει πολύ περισσότερα» σταμάτησα περιμένοντας την αντίδραση του.
«Δεν έχεις και άδικο αγαπητέ μου Περιστερίδη, αν και θα σε συμβούλευα βαθιά να μην αναφέρεις κάτι σχετικό ενώπιον του. Αν βέβαια επιθυμείς να δεχτεί κάποτε να σου μιλήσει.» είπε, καθώς χάιδευε απαλά την άχρωμη γάτα που κρατούσε στα χέρια του.
O H.P.Lovecraft με τη γάτα του, Felis.
«Θα το θυμάμαι» χαμογέλασα. «Αλήθεια, ποια είναι η σχέση σας με τον κύριο Πόε τώρα; Διότι από τα γραπτά και των δυο σας, διακρίνω μία κοινή περιήγηση στα τοπία του Αλλόκοσμου.»
«Όσον αφορά τους πραγματικά μεγάλους εργάτες στο πεδίο του αλλόκοτου, δεν πιστεύω ότι υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος να αμφισβητηθεί η ηγεσία του Έδγαρ.»(*3).
Ο ουρανός μαύρος, κενός, έμοιαζε να κινείται με μία υγρή ρευστότητα πάνω από τα κεφάλια μας. Έδινε την εντύπωση ότι δημιουργούσαμε ρεύμα καθώς περπατούσαμε από κάτω του, κάτι αν μη τι άλλο «αλλόκοτο» σκέφτηκα.
Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του Howard Philip Lovercraft, καθώς απ’ όσο κατάλαβα άκουσε τη σκέψη μου. Δεν ανέφερε όμως τίποτα, συνέχισε απλώς να μιλάει..
«Πιθανότατα ο Έδγαρ με επηρέασε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Αν κατόρθωσα ποτέ να πλησιάσω το είδος της μαγείας του, το έκανα επειδή εκείνος έστρωσε το δρόμο δημιουργώντας μια ολόκληρη ατμόσφαιρα και μέθοδο την οποία λιγότερο σημαντικά άτομα μπορούνε ακολουθήσουν με σχετική ευκολία.
Δεν διεκδικώ θέση ανάμεσα στην πρώτη σειρά των συγγραφέων του αλλόκοτου- σειρά που εκπροσωπούν ο Πόε και οι ‘Aρθρουρ Μάχεν, ‘Aλτζερνον Μπλάκγουντ, Γουόλτερ ντε λα Μαρ, λόρδος Ντάνσανι και ο Μόνταγκιου Ροντς Τζέιμς.»
(*4)
Σώπασε για ακόμη μία φορά, βυθίζοντας νου και φαντασία σε πεδία όπου δεν μπορούσα να τον ακολουθήσω.
«Η μετριοφροσύνη αποτελεί αρετή, όμως δεν πρέπει να οδηγεί σε λανθασμένες εντυπώσεις. Πλέον θεωρείστε εφάμιλλος του κ. Πόε, ως οι δύο πιο σκοτεινοί συγγραφείς του αλλόκοσμου. Ο χρόνος δημιουργεί τους θρύλους. Και ο χρόνος έδειξε εσάς του δύο.»
«Ίσως» απάντησε με ψιθύρους «ίσως.. Ο χρόνος όμως είναι και αυτός που τους ρίχνει από το βάθρο τους. Από εποχή σε εποχή τα πρότυπα αλλάζουν.».
«Δεν έχει και άδικο» σκέφτηκα.
Όταν ο Howard Philip Lovercraft έζησε στην Αρχαία Ελλάδα.
Έχοντας ξεχάσει πλέον τις ερωτήσεις που με τόση προσπάθεια κατάφερα να συλλέξω τις προηγούμενες νύχτες, άφησα το νου μου να βυθιστεί στη μαγεία μιας προσωπικής συζήτησης με τον H.P.L.. Μία συζήτηση αλλόκοτη πέρα ως πέρα, όπως αλλόκοτος ήταν και ο νεκρός συγγραφέας.
«Μην υποτιμάς τον εαυτό σου Περιστερίδη, μην τον αποκλείεις από τέτοιους χαρακτηρισμούς».
Καθώς στρίβαμε σε ένα λιθοστρωμένο δρόμο που δεν ήξερα καν ότι υπήρχε, κάθετο στην Αριστοτέλους, σκέφτηκα απευθυνόμενος στον κάτοικο του αλλόκοσμου.
«Πως και ασχοληθήκατε με τον αλλόκοσμο; Ή μάλλον, πότε πρώτο- ασχολήθηκε αυτός με εσάς;»
«Σωστή παρατήρηση» είπε με ευχαρίστηση, «Ήμουν πολύ ιδιόρρυθμο και ευαίσθητο παιδί, ξέρεις, και πάντα προτιμούσα τη συντροφιά των μεγάλων. Ήταν αδύνατο να κρατηθώ μακριά από το τυπωμένο χαρτί. Είχα μάθει την αλφάβητο δύο χρόνων και στα τέσσερα μου διάβαζα με άνεση, αν και έκανα τα πιο παράλογα λάθη στην προφορά των μεγάλων λέξεων που αγαπούσα τόσο πολύ. Στα πέντε προσέθεσα το γράψιμο στον κατάλογο των επιτευγμάτων μου.
Δεν ήμουν καθόλου δημοφιλής στους συντρόφους των παιχνιδιών μου, γιατί επέμενα να παίζουμε διάφορα ιστορικά γεγονότα, ή φανταστικά αλλά με οργανωμένη πλοκή. Αποδιωγμένος από τους ανθρώπους, ζητούσα καταφύγιο και συντροφιά στα βιβλία, και εδώ είχα την τύχη μιας διπλής ευλογίας. Η βιβλιοθήκη ήταν γεμάτη με τους καλύτερους τόμους, συγκεντρωμένους από τους Φίλιπς και τους Λάβκραφτ, συμπεριλαμβανομένων και πολλών με ηλικία τουλάχιστον εκατό χρόνων.
Με γοήτευαν τα � αραμύθια των αδελφών Γκριμ ώσπου στα επτά μου χρόνια, έπεσαν στα χέρια μου το Βιβλίο των Θαυμάτων και οι Ιστορίες του Τάνγκλγουντ, του Χόθορν. Εκεί άρχισε το άσβεστο πάθος μου για την κλασσική μυθολογία, που σύντομα ενισχύθηκε από την Εποχή του Μύθου, του Μπούλφιντς.»
(*5)
O H.P.Lovecraft σε νεαρή ηλικία.
Σώπασε στο άκουσμα ενός γαλήνιου γουργουρήματος που βγήκε από την κοιλιά της ηλικιωμένης του γάτας, που κείτονταν στην αγκαλιά του.
«Επισκεφτήκατε ποτέ την Ελλάδα;» άδραξα την ευκαιρία να ρωτήσω.
«Μα έζησα στην Αρχαία Ελλάδα. Στην παιδική μου ηλικία τουλάχιστον»έδειξε να αναπολεί το παρελθόν του «για μένα όλος ο κόσμος έγινε Αρχαία Ελλάδα, αναζητούσα τις Ναΐ- άδες στο σιντριβάνι του κήπου, φοβόμουν να χωθώ ανάμεσα στα λουλούδια μήπως κάνω κακό στις Δρυάδες. Οι στιχουργικές μου προσπάθειες, που η πρώτη είχε γίνει στα έξι μου, έγιναν τώρα κάτι σαν μπαλάντες με εσωτερική ρίμα που τραγουδούσαν τα κατορθώματα των Θεών και των Ηρώων»(*5)
«Δεν ξέρεις πως αισθάνθηκα όταν ανακάλυψα ότι έζησες και εσύ κάποτε εκεί. Η αναζήτηση σου στην Αθήνα των Ανθεστηρίων μου θύμισε κάτι από την παιδική μου ηλικία. Ήξερα και εγώ το γέροντα Σόλων ξέρεις.. Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που πήρα και την απόφαση να δεχτώ να συζητήσουμε, κάτι που αρχικά αρνήθηκα κατηγορηματικά στον Αλέξανδρο(ενν. Ιωαννίτη).»
(Νικόλαος Κ. Περιστερίδης) «Αλήθεια, πως γνωριστήκατε; Ή μάλλον, πως αποφασίσατε να ασχοληθείτε μαζί του; Από όσα μου έχει αναφέρει, είστε αρκετά απόμακρος στον Αλλόκοσμο συναντώντας μόνο κάποιους συγκεκριμένους συγγραφείς του αλλόκοτου. Κάτι σαν μια κλειστή αδελφότητα δηλαδή..»
«Η αδελφότητα του Τρόμου, του Αλλόκοσμου» είπε χαμογελώντας. «Κοίτα, δεν τίθεται θέμα σνομπιστικής συμπεριφοράς. Από ότι γνωρίζεις έχουμε ένα συγκεκριμένο απόθεμα χρόνου και επιθυμούμε να το περάσουμε όσο το δυνατόν πιο δημιουργικά και όχι μέσα σε κολακείες και φιλοφρονήσεις. Ο Αλέξανδρος είναι ιδιαίτερη περίπτωση. Είναι ενθουσιώδης χαρακτήρας και αρκετά θαρραλέος ώστε να πλέκεται σε καταστάσεις που αν μη τι άλλο θέλουμε να γνωρίζουμε.. Πάρε για παράδειγμα τη δίκη του λυκάνθρωπου της Ισπανίας, πραγματικά ενδιαφέρουσα πληροφορία.
Αν και θα πρέπει να προσέχει κάπως όμως, διότι μπορεί να εξοργίσει κάποιους παλαιούς κατοίκους του Αλλόκοσμου. Λίγο ήθελε πριν κάποιους μήνες, ώστε ο Έδγαρ να τον εγκλωβίσει στον κόσμο του Κόκκινου Θανάτου(διήγημα του E.A.Poe).»
Μία σκοτεινή φιγούρα σχηματίστηκε στον ορίζοντα. Περπατούσε προς το μέρος μας, η πρώτη παρουσία από τότε που εισήλθα εδώ. Καθώς περνούσε από δίπλα μας χαιρέτησε τον H.P.L..
(H.P.L.) «Μην τους παρεξηγείς, απλά δεν επιθυμούν επισκέπτες. Πιστεύουν ότι ο Αλλόκοσμος είναι για τους κατοίκους του..»
Μία από τις σύγχρονες εκδόσεις του Necronomicon που κυκλοφορούν ευρέως,κάθε μία από τις οποίες διεκδικούν τον τίτλο του αυθεντικού απαγορευμένου βιβλίου.
Το απαγορευμένο αρχαϊκό βιβλίο Necronomicon και ο τρελός ‘Aραβας ποιητής Abdul Alhazred.
«Ξέρετε, σήμερα πολλοί έχουν την εντύπωση ότι το αρχαίο απαγορευμένο βιβλίο Necronomicon όντως υπήρξε και υπάρχει έως και την εποχή μου. Μάλιστα κυκλοφορούν, σε διάφορες μορφές(τυπωμένα, διαδίκτυο), αμέτρητες παραλλαγές του που επιδιώκουν να παρουσιαστούν ως το πραγματικό.» ήθελα τόσο να ακούσω την άποψη του επί του θέματος. Δεν άργησε να μου απαντήσει.. «Το γνωρίζω, αλλά ας καθήσουμε μιας και άνοιξες ένα αρκετά μεγάλο θέμα».
Δίπλα μας, δεν το είχα προσέξει έως τώρα, υπήρχε ένα ξύλινο παγκάκι που φωτιζόταν από μία χρυσοκόκκινη λάμπα παλαιού τύπου που υπάρχουν ακόμα στους δρόμους του Λονδίνου, αλλά και στη Θεσσαλονίκη λίγες δεκαετίες πριν.
Συνέχισε.. «Ήταν φθινόπωρο όταν δεν είχα την ευκαιρία να παραγάγω νέο υλικό, αλλά ταξινόμησα σημειώσεις και συνόψεις προετοιμαζόμενος για κάποιες τερατώδεις ιστορίες που θα γράφονταν αργότερα. Τότε ήταν που οργάνωσα κάποια στοιχεία για το διάσημο και ακατονόμαστο Necronomicon,του τρελού ‘Aραβα ποιητή Abdul Alhazred.
Φαίνεται ότι αυτή η φοβερή βλασφημία ήταν προϊόν ενός κατοίκου της Σάναα, της πολιτείας της Υεμένης, που έδρασε γύρω στο 700 μ.Χ. και έκανε πολλά ταξίδια στα ερείπια της Βαβυλώνας, στις κατακόμβες της Μέμφιδος και στις στοιχειωμένες από διαβόλους και απάτητες περιοχές των μεγάλων νότιων ερήμων της Αραβίας- τη Raba el Khaliyeh, όπου ισχυρίστηκε ότι ανακάλυψε στοιχεία για πράγματα αρχαιότερα από την ανθρωπότητα και ότι έμαθε τη λατρεία του Yog- Sothoth και του Cthulhu.
Το βιβλίο ήταν προϊόν γηρατειών του Abdul, που τα πέρασε στη Δαμασκό, και ο αρχικός τίτλος ήταν Al Azif- azif είναι η ονομασία των παράξενων εκείνων νυχτερινών ήχων(εντόμων) που οι ‘Aραβες αποδίδουν τα ουρλιαχτά των δαιμόνων.
Ο Alhazred πέθανε- ή εξαφανίσθηκε- υπό φοβερές συνθήκες το έτος 738. Το 950 το Al Azif μεταφράσθηκε στα ελληνικά από τον Βυζαντινό Theodorus Philetas με τον τίτλο Necronomicon, και έναν αιώνα αργότερα κάηκε με διαταγή του Πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ. Μεταφράστηκε στα λατινικά το 1228, από τον Olaus, αλλά μπήκε στον Index Expurgatorious από τον Πάπα Γρηγόριο τον 9ο το 1232. Το πρωτότυπο αραβικό κείμενο χάθηκε πριν την εποχή του Olaus, και το τελευταίο γνωστό ελληνικό αντίγραφο καταστράφηκε στο Σάλεμ, το 1692. Το έργο τυπώθηκε τον 15ο, 16ο και 17ο αιώνα, αλλά υπάρχουν ελάχιστα αντίτυπα [...] φυλάσσονται προσεκτικά για χάρη της υγείας και της νηφαλιότητας του κόσμου.
Κάποτε κάποιος διάβασε το αντίτυπο που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του Μισκατόνειου Πανεπιστημίου, στο ’ρκαμ- το διάβασε όλο και όρμησε με τρελό βλέμμα στους λόφους.. αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία.»(*6)
Αναστέναξε, «αλλά όπως καταλαβαίνεις, είναι ένα δημιούργημα της φαντασίας μου ώστε να προσδώσω ένα αρχαϊκό μυστήριο στον αλλόκοτο κόσμο των διηγημάτων μου. Αν με ρωτήσεις αν υπάρχει, θα σου απαντήσω πως “ναι, υπάρχει”.. αλλά μόνο στον αλλόκοσμο που έπλασα με την εκάστοτε πένα μου, που δεν είναι, όπως μπορείς να δεις και εσύ τώρα, λιγότερο πραγματικός από την ίδια την “πραγματικότητα”.»(*7)
Απεικόνιση του Κθούλου(Cthulu) σε σκίτσο.
«Για τον Cthulhu δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάτι περισσότερο να ειπωθεί, μιας και το όλο θέμα έχει αναλυθεί από χιλιάδες ειδικούς και μη επί των γραπτών μου» είπε έχοντας σχηματισμένο στο πρόσωπο του μία αίσθηση σιγουριάς.
(Ν.ΚΠ.)«Ένα σημείο μόνο ήθελα να τονίσω κ. Lovecraft. Πως αποφασίσατε να παρουσιάσετε ένα τέτοιο πλάσμα στο αναγνωστικό κοινό, όταν την εποχή εκείνη η φαντασία των συγγραφέων περιοριζόταν σε διαπλανητικούς έρωτες της πριγκίπισσας π.χ. του ‘Aρη με τον ταξιδιώτη από την Γη; Σε μία εποχή που τα συμβατικά χαρακτηριστικά των ηρώων των διηγημάτων φαντασίας κυριαρχούσαν, εσείς παρουσιάσατε όντα και κίνητρα τελείως ξένα ως προς τα γήινα.».
Μία λάμψη ξεχύθηκε από τα μάτια του και γύρισε το βλέμμα όλο απορία να με κοιτάξει.. «Η συνάντηση μας εξελίσσεται πολύ πιο ενδιαφέρουσα από ό, τι θα περίμενα από έναν άνθρωπο της εποχής σας, αγαπητέ μου Περιστερίδη» ανέφερε, γνωρίζοντας μάλλον ότι κάτι τέτοιο ακουγόταν σκληρό..
«Τότε θεωρούσα ότι ελάχιστοι από τους κοινούς αναγνώστες θα ενδιαφέρονταν για μια ιστορία γραμμένη με βάση τις δικές μου ψυχολογικές αρχές.
Τότε, αποδεκτά κατασκευάσματα δε θα μπορούσα να σκαρώσω ακόμα και για να σώσω τη ζωή μου. [...] είχα σκοπό να τοποθετήσω τις ιστορίες μου στα ολοκληρωτικά αβυθομέτρητα που βρίσκονται ακόμα πιο πέρα- στις δίχως όνομα δίνες ενός αλλόκοτου που δε συλλαμβάνεται ούτε στα πιο τρελά μας όνειρα, όπου η μορφή και η συμμετρία, το φως και η ζέστη, ακόμα και η ίδια η ύλη και η ίδια η ενέργεια, μπορεί να υφίστανται παραμορφώσεις αδιανόητες ή και να ελλείπουν εντελώς. Έφθασα απλώς στις παρυφές αυτών των πραγμάτων στο Cthulhu, όπου φρόντισα να αποφύγω τα γήινα χαρακτηριστικά στα λιγοστά γλωσσικά και ονοματικά δείγματα του Έξω που δίνω.»
Μία πιο “ανθρώπινη” απεικόνιση του Κθούλου(Cthulu) σε σύγχρονο σκίτσο.
«Και όμως, σήμερα τα διηγήματα σας, που περιγράφουν αυτόν τον ολοκληρωτικά αλλόκοτο κόσμο, συγκαταλέγονται στην κλασσική πλέον φανταστική λογοτεχνία.» ανέφερα ώστε να συναντήσω ένα βλέμμα που έδειχνε να συμφωνεί.
«Και τώρα μία ερώτηση που πιστεύω βαθιά ότι θα αποφύγετε» είπα αιχμαλωτίζοντας για μία ακόμη φορά την προσοχή του. «Τι σημαίνουν οι φόρμουλες για τις οποίες κάνετε αναφορά στο έργο σας The Case of Charles Dexter Ward;»
Χαμογέλασε, δίχως αυτή τη φορά να προσπαθεί να κρύψει την έκπληξη του..
«Μα γνωρίζεις αγαπητέ μου Περιστερίδη, γνωρίζεις αλλά θέλεις μάλλον να μιλήσω εγώ ώστε να μεταφέρεις πίσω στον “πραγματικό” κόσμο τα λόγια μου». Το πρόσωπο του άλλαξε απότομα όψη, τα κατάμαυρα φρύδια του έσμιξαν, οι μέχρι πρότινος διακριτικές ρυτίδες του έμοιαζαν να βαθουλώνουν επικίνδυνα καθώς με κοίταξε με ανησυχία «Όποιος δεν ξέρει τι σημαίνουν αυτές οι φόρμουλες.. Α, είναι τυχερός!»(*8) και έστρεψε το βλέμμα του αλλού καθώς ψιθύρισε..
O Κθούλου σε μία από τις πιο γνωστές απεικονήσεις του. Η φράση που παρουσιάζεται στην εικόνα είναι σε μία γλώσσα που δημιούργησε ο H.P.Lovecraft για τις ιστορίες του. Βέβαια, υπάρχει και η άποψη ότι δεν τη δημιούργησε ο ίδιος αλλά τη συνάντησε σε κάποιο από τα αλλόκοσμα ταξίδια του…
«Είναι κίνδυνος ακόμα και να τις αναφέρεις, και το ξέρεις καλά αλλόκοτε μου φίλε.. Το ξέρεις.. πολύ καλά.»
Αναζητώντας την ‘Aγνωστη Καντάθ, γνωρίζοντας τον Nyarlathotep.
Κάτω από ένα χρυσοκόκκινο φως που τρεμοέπαιζε, διέκρινα για πρώτη φορά έναν μορφασμό δυσφορίας στο πρόσωπο του νεκρού συγγραφέα.
«Δεν θέλει να μιλήσει για κάτι τόσο επικίνδυνο» σκέφτηκα, «άλλωστε έχει αφήσει τα απαραίτητα στοιχεία διάσπαρτα πίσω του, ώστε όποιος αξίζει μία τέτοια γνώση να την αποκτήσει..»
«Ακριβώς..» ως αμέτρητοι μακρινοί ψίθυροι γέμισαν την αλλόκοτη νύχτα μυστήριο.
’λλαξα θέμα, καθώς το κλήμα είχε γίνει ιδιαίτερα βαρύ ανάμεσα μας.
«Και τώρα, σειρά έχει η Καντάθ κ. Lovercraft» ανέφερα καταφέρνοντας να του αποσπάσω ένα χαμόγελο μετά το πέρας αρκετών στιγμών.
«Δεν θα σας ρωτήσω που βρίσκεται, δίνεται αρκετά λεπτομερείς οδηγίες στο ομώνυμο βιβλίο σας. Αυτό που ειλικρινά επιθυμώ να μάθω είναι το εξής: Πως ένας άνθρωπος που δεν ταξίδεψε πέρα από τρεις πολιτείες της Αμερικής, μπορεί να συλλάβει έναν τόσο αλλόκοτο κόσμο;»
Ένα δεύτερο γουργουρητό ακούστηκε από την στομαχική κοιλότητα της άχρωμης του γάτας, φανερά ενοχλημένη που έχασε την προσοχή του κυρίου της λόγω της συζήτησης μας..
(H.P.L.) «Όλη η αυθεντική τέχνη, πιστεύω, είναι τοπική και ριζωμένη στο χώμα γιατί ακόμα κι όταν τραγουδά κανείς για απίστευτα μακρινές χώρες του λυκόφωτος, απλώς τραγουδά την πάτρια γη, που ντύνει με κάποιον λαμπρό και εξωτικό μανδύα. Αυτό ήθελα να τονίσω στην προσπάθεια του The Dream Quest of Unknown Kadath.
Αποσπάστε έναν άνθρωπο από τους αγρούς και τα δάση που τον γαλούχησαν- ή που διαμόρφωσαν τις ζωές των πατέρων του- και αποκόπτετε εντελώς από τις πηγές από τις οποίες αντλεί τη δύναμη του.»
(*9)
Σταδιακά, άρχισα να εισέρχομαι όλο και πιο βαθιά στα απύθμενα έγκατα των αλλόκοτων κόσμων του H.P.L.. Πήρα το θάρρος να του μιλήσω για κάτι που δεν συζητούσε ποτέ εν ζωή..
«Γνωρίζω ότι το διήγημα σας Nyarlathotep γράφηκε εν μέρει ασυνείδητα, καθώς αιθεροβατούσατε μεταξύ ονείρου και “πραγματικότητας”. Καθώς όμως.. », δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω την πρόταση.
«Α, τι μου θύμισες αγαπητέ μου..» αναφώνησε με μία λάμψη στο βλέμμα του.
«Το Nyarlathotep είναι ένας εφιάλτης- κυριολεκτικά φάντασμα δικό μου, με την πρώτη του παράγραφο γραμμένη πριν ξυπνήσω εντελώς. Εκείνην την περίοδο αισθανόμουν απαίσια (λόγω ασθένειας)[...] και τότε ήρθε ο εφιάλτης των εφιαλτών- ο πλέον ρεαλιστικός και φρικτός που είχα να δω από τα δέκα μου χρόνια- τη δυνατή φρικαλεότητα του οποίου και την απαίσια εμμονή δεν μπόρεσα να καθρεφτίσω στη γραπτή μου φαντασίωση παρά μονάχα ασθενικά..
[...]Μέσα στο όνειρο μου λοιπόν, διάβαζα μία επιστολή του Σάμιουελ Λάβμαν. Η επιστολή ήταν απίστευτα ρεαλιστική [...] και τα περιεχόμενα της φαίνονταν βαρυσήμαντα και δυσοίωνα.
“Να δεις οπωσδήποτε τον Nyarlathotep εάν έρθει στο Πρόβιντενς. Είναι φοβερός- φρικτός πέρα από τα όρια οποιασδήποτε φαντασίας- αλλά υπέροχος. Η παρουσία του συνεχίζει να σε στοιχειώνει ώρες μετά. Ακόμα ριγώ με αυτά που έδειξε.”
[...] Η ονειρική επιστολή του Λάβμαν με έπεισε και άρχισα να ντύνομαι για ένα ταξίδι στο κέντρο της πόλης, για να δω τον Nyarlathotep. [...] ο δυσπερίγραπτος τρόμος σκίαζε κάθε τι άλλο.
Καθώς έφευγα από το σπίτι έβλεπα σμάρια ανθρώπων να προχωρούν στη νύχτα, όλοι ψιθυρίζοντας τρομαγμένοι, όλοι προς την ίδια κατεύθυνση. Ενώθηκα μαζί τους, φοβούμενος αλλά και λαχταρώντας να δω και να ακούσω τον μεγάλο, τον σκοτεινό, τον ακατονόμαστο Nyarlathotep. [...]
Καθώς παρασυρόμουν σε μία άβυσσο έβγαλα μια φοβερή κραυγή (πίστευα ότι πρέπει να είχε γίνει ακουστή, αλλά οι θείες μου που κατοικούσα μαζί τους μου λένε ότι όχι) και η εικόνα χάθηκε.
Πονούσα πολύ- το μέτωπο και τα αυτιά μου χτυπούσαν- αλλά είχα και μία αυτόματη παρόρμηση- να γράψω, να διατηρήσω τηνΠτμόσφαιρα του, δίχως παράλληλο, τρόμου και πριν το πολυκαταλάβω είχα ανάψει το φως και έγραφα με μανία. Όλα όσα έγραψα εκείνη τη νύχτα απαρτίζουν την πρώτη παράγραφο από το διήγημα μου, άλλαξαν μόνο τρεις λέξεις.»
(*10)
Έβγαλε ένα ασημένιο ρολόι από τη τσέπη του. Το μόνο που κατάφερα να διακρίνω ήταν μία πλοκαμοειδή μορφή στην μπροστινή του όψη, όμως σύντομα έχασα την οπτική επαφή καθώς ο συγγραφέας του Αλλόκοσμου κοίταξε την ώρα.
«Θα πρέπει να μας εγκαταλείψεις σε λίγο αγαπητέ μου Περιστερίδη. Δεν μένει και πολύ ώρα ακόμα που μπορείς να αντέξεις σε αυτόν τον κόσμο. Αλλοίμονο αν περάσεις το όριο, τότε..(κοντοστάθηκε) τότε πραγματικά ο γυρισμός δεν θα υπάρχει για εσένα.»
Τον κοίταξα με περιέργεια, καθώς τα λόγια του έδωσαν το έναυσμα σε μία σκοτεινή φαντασία να οργιάσει.. «Δεν θα υφίσταται γυρισμός;» σκέφτηκα,«τι εννοεί; Υπάρχει χρόνος ύστερα από τον οποίο δεν θα μπορέσω να χρησιμοποιήσω την πύλη;»
Στην εν λόγω φωτογραφία, που φαίνεται ξεκαθαρά το πρόσωπο του H.P.Lovecraft, μπορούμε να διακρίνουμε την αλλόκοτη μορφή του συγγραφέα.
Χαμογέλασε, καθώς έμοιαζε να ακούει τη σιωπηλή μου σκέψη.. «Το θέμα δεν είναι αν θα μπορείς.. αλλά αν θα θέλεις.»
Ο δρόμος της επιστροφής.
Ανηφορίσαμε μία οδό τόσο όμοια με την Ελευθερίου Βενιζέλου, όμως παράλληλα τόσο αλλόκοτα διαφορετική. Τα κτίρια, οι διαστάσεις της πόλης, η μορφή σχεδόν όλων των πραγμάτων που συναντούσαμε, ίδια.. όμως τα πάντα έμοιαζαν διαφορετικά ως προς τη Θεσσαλονίκη που γνώριζα..
«Όλα τόσο όμορφα» σκέφτηκα, «τόσο πιο κοντά σε εμένα..»
Η σκοτεινή φιγούρα του συνοδοιπόρου μου έδειχνε να ανησυχεί πλέον έκδηλα.
«Πρέπει να βιαστείς Περιστερίδη. Πρέπει να βιαστείς πριν καταλάβεις..»
Γύρισα να τον κοιτάξω κυριευμένος από τις σκέψεις, δίχως να δώσω σημασία στα όσα ανέφερε. Είχα τόσα ερωτήματα που δεν πρόλαβα να θέσω, ίσως προλαβαίνω έστω και τώρα να αγγίξω κάποιες απαντήσεις..
«Πως ξεχωρίζει για εσάς ένας πραγματικός συγγραφέας; Αν μπορεί κάτι τέτοιο να υφίσταται αγαπητέ μου Lovercraft..»
Δεν έδειχνε να είχε σκεφτεί ποτέ ξανά κάτι παρόμοιο. Κοντοστάθηκε, καθώς το συνειδητοποίησε.
«Μα τον Κθούλου αγαπητέ μου, δεν έχω ιδέα τι είναι ένας συγγραφέας. Τώρα μπορώ μόνο να σκεφτώ τι δεν είναι.».
Συνέχισε.. «Δεν υπάρχει πραγματικός συγγραφέας που να μην έχει σταθεί με δέος μπροστά σε ένα ψήγμα γήινου σκηνικού [...] και να μην έχει την αίσθηση ότι έχει γνωρίσει τη σκηνή αυτή και άλλες συγγενικές, σε άλλες ζωές, άλλου κόσμους, άλλες χώρες του ονείρου.
Το να βρει αυτές τις άλλες ζωές, τους άλλους κόσμους, τις άλλες χώρες του ονείρου, είναι το καθήκον του πραγματικού συγγραφέα. Αυτό είναι η λογοτεχνία, και αν κάποιο κείμενο έχει κίνητρα διαφορετικά από τούτη τη μυστικοπαθή και δίχως τέλος αναζήτηση, τότε αποτελεί ταπεινή και αδικαίωτη μίμηση..»
(*11)
Χαμογέλασα, καθώς είχα μία ακόμη ερώτηση, απείρως πιο σπάνια, να του απευθύνω.
«Και ο ιδανικός για εσάς, αν δύναται να υπάρξει, τροβαδούρος του Αλλόκοσμου;»
Οι στιγμές πέρασαν σιωπηλές και αγχωμένες. Ο ρευστός μαύρος ουρανός που εκτεινόταν πάνω από το κεφάλι μου είχε προ πολλού αρχίσει να χορεύει μανιασμένος, πνίγοντας την πορείας μας κάτω από τα άγρια και επιθετικά κύματα του.
Στρίψαμε στην οδό «Κλεισούρας». Τα βήματα μας, πλέον, ηχούσαν βιαστικά στο πλακόστρωτο.
«Ίσως» απάντησε μετά από αρκετές στιγμές «ο ιδεώδης συγγραφέας του αλλόκοτου να μπορούσε να θεωρηθεί μια σύνθεση της ατμοσφαιρικής έντασης του Πόε, του κοσμικού βεληνεκούς και της πλούσιας εφευρετικότητας του Ντάνσανι, των βαθιών υπαινιγμών του Μάχεν και του εξωπραγματικού του ’λτζερνον Μπλάκγουντ, που με την πειστικότητα του κόβει την ανάσα.»(*12)
Κοίταξε το ρολόι του για τελευταία φορά, καθώς είχαμε φτάσει στην είσοδο της στοάς. «Ήρθε η ώρα αγαπητέ μου Περιστερίδη, ώρα να αφήσεις τον Αλλόκοσμο.» με κοίταξε με ένα βλέμμα γεμάτο συγκατάβαση.
«Να αγαπάς τις δημιουργίες σου και να τις χαρίζεις μόνο εκεί που μπορούν να τις εκτιμήσουν. Είτε το εκεί είναι ένας συνταξιδιώτης του αλλόκοσμου, είτε ένα έντυπο του μυστηρίου.»
Με έσπρωξε ελαφρά με τον δεξί του ώμο, ωθώντας με να περπατήσω στο εσωτερικό της στοάς. «Σπάνια προσέχω τι έχουν επάνω τα εξώφυλλα των φθηνών περιοδικών. Πρόσεχε Περιστερίδη. Μονάχα μια φορά σε κάθε γενιά εμφανίζεται κάτι που ν’ αξίζει να του ρίξεις δεύτερη ματιά.»(*13)
Καθώς άκουγα το θλιμμένο βηματισμό μου, γύρισα να κοιτάξω για τελευταία φορά τη σκοτεινή φιγούρα του Howard Philip Lovercraft. «Μετά τιμής αγαπητέ μου, συνέχισε να δημιουργείς τους δικούς σου αλλόκοσμους.»
‘Aκουσα τους ψιθύρους να με οδηγούν στο τέλος της στοάς, εκεί όπου αυτή τέμνει την οδό Εγνατίας.
Ένας οξύς, στιγμιαίος θόρυβος με τράνταξε. Ένα διερχόμενο φως θόλωσε προς στιγμήν το βλέμμα μου. «Αυτοκίνητο» σκέφτηκα.. «πίσω στη Θεσσαλονίκη». Γύρισα να κοιτάξω τη βιτρίνα που κάποιες ώρες πριν έσκυβε πάνω της ο νεκρός συγγραφέας. Καμία πένα όμως.. «Όχι ότι περίμενα κάτι διαφορετικό..» ψιθύρισα.
Καθώς περπατούσα πλέον κατά μήκος της συνηθισμένης οδού Εγνατίας, συναντώντας κάθε τόσο μοναχικούς οδηγούς να βιάζουν τη νεκρική σιωπή μιας βαθιά κοιμώμενης πόλης, τράβηξα την αλυσίδα από το ρολόι που έκρυβα στην εσωτερική τσέπη του παλτού μου. «Ελπίζω τουλάχιστον να μην πέρασε ολόκληρη ημέρα» χαμογέλασα..
Το ρολόι έδειχνε «3:10:47» και η ημερομηνία έστεκε ανέγγιχτη. Κοίταξα, με μία λογική παραβιασμένη, το πρώτο ρολόι που συνάντησα στη βιτρίνα κάποιου καταστήματος και η ένδειξη ήταν η ίδια.
«3:10:47»
«Μάλλον ο χρόνος είναι ανεπιθύμητος στον Αλλόκοσμο» σκέφτηκα σιωπηλά. Και τότε, ένα δυνατό αεράκι σηκώθηκε, παρασύροντας στο διάβα του ξεραμένα χαμόφυλλα, τυλίγοντας το σώμα μου με ένα αόρατο αλλόκοτο βέλο.
Αμέτρητοι ψίθυροι γέμισαν την ατμόσφαιρα, καθώς ο αλλόκοσμος άγγιζε διακριτικά για ακόμη μία φορά την “πραγματικότητα”.
«Ανήκεις εκεί όπου η φαντασία σου ποθεί», άκουσα μία φωνή δίπλα μου,«Λίγο ήθελε να το καταλάβεις. Έχεις ένα καθήκον όμως στην εποχή σου, όπως είχαμε όλοι μας κάποτε..»
Σταδιακά, ο ψίθυρος χάθηκε και το αεράκι απομακρύνθηκε.. ο Αλλόκοσμος αποσύρθηκε στο σκότος κάποιου πλακόστρωτου μοναχικού δρόμου, σφραγίζοντας σιωπηλά την πύλη που ξεκλειδώθηκε να με υποδεχτεί.
H επιτύμβια στήλη στον τάφο του H.P.Lovecraft. Έζησε από τις 20 Αυγούστου του 1890 έως τις 15 Μαρτίου του 1937.

ΠΗΓΗ

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.