Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

ΒΑΒΕΛ

                               


                                            ΒΑΒΕΛ/Confusio linguarum-donum Dei


ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΜΝΗΝΟΣ (δημοσίευση στο περιοδικό Litteraterra, 2010)

Γλώσσα ως α-λήθεια
Γλώσσα ως είναι του ανθρώπου
Γλώσσα ως κοινωνική ακατανοησία-σύγχυση
Γλώσσα ως βαβελική εμφάνεια-κατανόηση-μέθεξη του είναι

Μία η κιθάρα του κόσμου, αλλά πολύχρωμη Με το πρώτο κλάμα του βρέφους, ακούμε το πρώτο σφυρί που οικοδομεί τον Πύργο


                 Ας είμαστε ειλικρινείς : αν φανήκαμε έντιμοι και αφιλόκερδοι με τον κόσμο, δηλαδή αντιτοκιστές, αντιτραπεζίτες, αφετηριακά αντίθετοι σε μια σχέση μίσθωσης-εκμίσθωσης , τότε μια γλώσσα είμαστε ικανοί να αρθρώσουμε ευχερώς και απταίστως΄ εκείνη της απόλυτης (ωστόσο εορταστικής και ειρηνεμένης) αμηχανίας τού γυμνητεύων και εκδορευθείς εξέρχεσθαι του κόσμου. Η ακατανοησία, εκείνο το «ουδέν οίδα», ως αποτυχημένη, μέσα σε μια κυματοειδή και με διαγώνιες βαίνουσα αίσθηση επιτυχίας, απόπειρα μεταφράσεως-διερμηνείας του Υπαρκτού, ως εμπειρική πιστοποίηση πως Βαβέλ η ζωή ή κατά τον λόγο του ποιητή «βαβελική χαρά λογοκρατεί», είναι το ακριβό απόσταγμα από τις αλλεπάλληλες προσπάθειές μας να οικοδομήσουμε τι. Κατά τούτο εμφανίζεται, αληθεύει-δεν λανθάνει, το ρευστό είναι του κόσμου, αναφαίνεται, αναδύεται η θαλασσοκρατορία επί των όντων, το σκοτάδι, το ακατανόητο, η σύγχυση ως θεμελιώδες υλικό κτίσεως, η Βαβέλ ως αυτό που κυριολεκτικά σημαίνει (από τα ακκαδικά/βαβυλωνιακά ίσαμε τα αραβικά που συνιστούν το αρχέγονο έδαφος του εκ της Μεσοποταμίας γλωσσικού φωτισμού): πύλη Θεού. Και ως κατεξοχήν τόπος εμφανείας αυτών, ο οίκος μας, που είναι αυτός τούτος ο άνθρωπος (=επιθυμία μεθεκτικής συν-ομιλίας), η σύσταση, κατασκευή, δομή, χτίσιμο, οργάνωση, σκελετός του, η γλώσσα.
                 Κάθε ρήση, κάθε αξιόλογη (=καθολικά εμπειρική) ρήση (=απόσταγμα βιώματος) λέει μισή την αλήθεια - αν θεωρήσουμε πως κάτι λέει, πως ο λόγος ομολογουμένως εν τέλει λαλεί, φθέγγεται. Π.χ. «τα πάντα ρει» που εναρμονιζεται (;!) βαβελικά (= εναρμονίως αντιστικτικά) με το «ουδέν καινόν υπό τον ήλιον» (!!;;). Στάσις. Αεικινησία. Τι ισχύει ; Πώς ; Γιατί ; Πού ; Πότε ; Να τα ερωτήματα των ανθρώπων του πύργου. Η σύγχυση, η συνακόλουθη αμηχανία, ο θόρυβός της, ο μέγας (πολυαίματος ιστορικά και τραγικός) καημός να ονοματίσουμε εαυτούς και τον κόσμο. Χορτάρινη (=ανθρώπινη), οδοντωτά τρυφερή, απορία στη θέα τους. Βαβέλ. Αυτή η ζωή. Βαβέλ, αυτή η ευκαιρία, αυτή η δωρεά. Αυτή η δωρεά, ο σπαραγμός, η μοίρα… Έτσι λοιπόν το ποτάμι γυρνά στην πηγή του πάντα και ο ήλιος ρίχνει τις ακτίνες του στο αέναα νέο.
              Η έλευση και παρουσία των οικοδόμων στον κόσμο σημαίνει αυτόματα μεταφραστική διακινδύνευση κατέναντι του Μυστηρίου. Απριορικά. Η μετάφραση (βλ. προδοσία; απιστία; ακατανοησία; σύγχυση; δίκοπη ελευθερία ; απλή και απρόσωπη Ανάγκη επιβίωσης ;) δεν είναι απλά μια λειτουργία μέσα και δίπλα σε άλλες. Η μετάφραση-διερμηνεία , είναι οντολογικός τόπος και αναγκαία συνθήκη του εν τω κόσμω υπάρχειν (και θα μου επιτραπεί να ισχυρισθώ πως όχι μόνον. Είναι του υπάρχειν εν γένει παντού.) για το ον εκείνο που διαδραματίζει ή φιλοδοξεί να διαδραματίσει ρόλο αυτοσυνειδησίας του κόσμου. Η μετάφραση ή διερμηνεία τελείται υπό δύο αλληλοπεριχωρούμενους ορίζοντες : εκείνον της γενικής τοποθέτησης (Γλώσσα=καημός Ομιλείν και αυτοσυστάσεως.Καθότι ο άνθρωπος είναι Γλώσσα, δηλαδή επιθυμία ομιλείν, συνομιλείν δηλαδή κοινωνείν,δημιουργείν εκφράζεσθαι, κυρίως και πάνω απ’ όλα συνουσιάζεσθαι. Το ανθρώπινο ομιλείν ως φαινομενολογία του συνουσιάζεσθαι-κοινωνείν.)και τον άλλον της ειδικής (γλώσσα=κληροδοτούμενο καθ’έκαστον Όριο), εντός του επιμέρους και καθ’ έκαστον τόπου, εντός της τοπικής γλωσσικής ομοείδειας. Ωστόσο, αυτό το τελευταίο δεν απομακρύνει τον «κίνδυνο» μιας Βαβέλ, θα έλεγα τον επιτείνει . Μάλιστα με όχημα την επιμέρους–τοπική «κατανόηση» που αποκοιμίζει την…κατανόηση, την επαφή, την κοινωνία χαρίζοντας ψευδαισθήσεις κατανοητικότητας, αντιλήψεως… Διαγλωσσικά υπάρχει το άλλοθι και η εγρήγορση του ακατανόητου και ως εκ τούτου η προσπάθεια, η κίνηση, η ενέργεια , πράξη, για κατανόηση και κοινωνία. Αυτό αίρεται υποχθονίως στο ΕΠΙΤΟΠΙΟ και έτσι η κοινή λέξη διερμηνευόμενη-μεταφραζόμενη ενδογλωσσικά δημιουργεί, χτίζει έναν Πύργο Βαβέλ σε όλο το εύρος των ανθρωπίνων. Τί εννοώ; Μπορεί να ισχυρισθεί κάποιος πως καταλαβαίνει τί και πώς εκφέρεται στην πλήρους κατανόησης δήλωση «είμαι 99 χρονών» «πονάει το δόντι μου» «έχασα το παιδί μου» ή ουσιαστικά ακούει μια ξένη γλώσσα;
              Η ΓΛΩΣΣΑ (υπό παντοία προοπτική)είναι Οίκος άγιος που συνθέτει, κοινωνεί, αρθρώνει τον κόσμο, το ΕΙΝΑΙ. Σε κάθε επιμέρους γλώσσα ενεργούν οι δυνάμεις της Γλώσσας καθ’εαυτής ως οντολογικού τόπου αλληλοπεριχώρησης του ακατανοήτως (και συγχυτικώς) κατανοείν. Στην εκδοχή του ομογενώς κατανοείν, απλά αυταπατόμαστε κι ο εγκλωβισμός σε μιαν αφανή Βαβέλ του επιτόπιου λειτουργεί νανουριστικά, αποκοιμιστικά και παρέχει αφειδώς ψευδαισθήσεις κατανόησης και προπαντός (Τι τραγικότητα! Τι ομορφιά! Τι σκληρότητα ! Τι Απελπισία! Τι διονυσιασμός!) κοινωνίας.Π.χ. ο χώρος, ο κοινός χώρος έρωτα των δύο όπου συντελέστηκε (Αλήθεια πώς; Με ποιάν ανεξήγητη μαγεία ;) το θαύμα και όπου οι δύο φλεγόμενοι [φιλοξενούμενοι] ζούσαν με παράλληλες φωτιές, γιατί ο χώρος λειτουργούσε εντελώς βαβελικά για αμφοτέρους και ο καθείς τον προσλάμβανε μόνος. Και ακόμη χειρότερο: το φορτίο των εμβιώσεων είχε άλλο νόημα για αμφοτέρους. Οι λέξεις σήμαιναν-μετέφραζαν άλλο από το παραπλανητικό-γνωστό εκφερόμενο. Α:«Είσαι η αναμονή μου» Β.:«Κι εσύ »( Α+Β =;;;! «ρομαντικές κοινοτοπίες υπερβολής») Α.:«Γέμισες το χρόνο» Β.:«Κι εσύ» (Α+Β«Αισθάνομαι το Εγώ μου σε κάθε μου πόρο» Α.:«Με ευνούχισες» (που σημαίνει πανηγύρι μόνο μαζί σου. Μονογαμία. Το θαύμα στον ενικό. Ουδείς έτερος λογισμός. Φυσικότητα.’Εδέμ. Πρωτογλώσσα.) Β.:«Κι εσύ» (Α+Β=;;; «πλήρης κατάκτηση. Τον/την ελέγχω απόλυτα. Εξαρτάται υποτελώς από μένα»)….
            Καθώς η αυτοσυνειδησία του κόσμου μεταφράζει-διερμηνεύει, ο κόσμος ξαναγυρνά στο σημείο 0 κάθε μέρα. Αναπαρθενεύει και καινουργείται καθ’εκάστην με την έλευση κάθε νέου ανθρώπου στον κόσμο. Με το πρώτο κλάμα του βρέφους, ακούμε το πρώτο σφυρί που οικοδομεί τον Πύργο -δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ικανότητα διερμηνείας΄ η Βαβέλ προσφέρεται αφειδώς και ευκολότατα. Το νέο υποκείμενο θα ερμηνεύσει-μεταφράσει το ΟΛΟΝ του κόσμου εξ αρχής (Ερώτηση κρίσεως : καθώς φαίνεται ψεύδεται ο Εκκλησιαστής και δικαιώνεται ο Ηράκλειτος ή μήπως προκύπτει το ακριβώς αντίθετο;). Μη λησμονούμε : η Βαβέλ έχει ως φυσικό τόπο της πάντα την Γένεση. Και το υποκείμενο αυτό θα νοηματοδοτήσει κατά τρόπο προσωπικό (ιδρυτικά ανεπανάληπτο και ως εκ τούτου αμετάδοτο, ακατανόητο, βαβελικό) το σύνολο των όντων. Θα το πράξει υπό τον ορίζοντα του είναι του, εντός της Γλώσσας δηλαδή και η γλώσσα αυτή θα απορρέει από τους οφθαλμούς -ριζικά ανεπανάληπτους, ακοινώνητους – του υποκειμένου που την ομιλεί. Τελεσιδίκως, αυτή η γλώσσα θα αποτελεί πεδίο συγχύσεως μεταξύ των άλλων υποκειμένων αλλά και του ίδιου του φορέα της (!) κατά βάση, καθώς θα τελεί υπό έτερον νόμον αντιστρατευόμενον τω λαλέοντι ρήματι αυτού... Επιπλέον, θα ηχεί...παράξενα, ιδιόμορφα….ακατανόητα στ’ αυτιά των ίδιων των γεννητόρων του, που θα βλέπουν το αιώνιο οικόπεδο επί του οποίου χτίζεται η Βαβέλ, το χάσμα ή το κενό δηλαδή, πάντα στην πλέον εκπληκτική, εκθαμβωτικά μαγευτική τοποθεσία, να πλαταίνει και να βαθαίνει ακατανίκητα –generation gap. Ας επιχειρήσει κάποιος να χορδίσει το όργανό του, στο χόρδισμα ελευθερία-δικαίωμα-ζωή-επιθυμία ας πούμε, με τη φιλοδοξία να επιτύχει ταυτόσημο χόρδισμα με εκείνο των απογόνων του. Βλέπετε κάτι άλλο από χαράδρα;.. Η σοδειά σε υποκείμενα μιας εποχής δημιουργεί και θα δημιουργεί ένα άθροισμα εποχιακών ένδοξων, γνωμών και θέσεων, βιωμάτων και στάσεων δηλαδή, που θα παραμένουν …ακατανόητα (η Βαβέλ παρουσιάζει μιαν εκπληκτική ιστορική συνέπεια, ομοιογένεια και…εμπεριστατωμένη συνέχεια που πράγματι θαμβώνει) για τη νέα εσοδεία υποκειμένων της επόμενης γενεάς-εποχής και ούτω καθεξής. Άντε να ισχυρισθείς σθεναρά ότι μπορείς να κατανοήσεις το χτύπο της καρδιάς στο περιβάλλον του γεωκεντρικού συστήματος μιλώντας από την εποχή των κβάντα, της θεωρίας των χορδών και των δισεκατομμυρίων γαλαξιών ή το περιβάλλον εκείνο να φαντασθεί καν τον ήχο μιας πειραγμένης εξάτμισης μηχανής 1000 c.c. Ωστόσο θα πρέπει να προσφέρουμε σπονδές σε μια νοήμονα καχυποψία που ίσως να μας διανοίγει: Η κατανόηση ως ταύτιση ίσως να αποτελεί εφιαλτικό ενδεχόμενο κόλασης : μονοχρωματικού οντολογικού ισοκρατήματος του ΕΙΝΑΙ. Ακατανοησία, λοιπόν. Μόνον. Ας είμαστε όμως δίκαιοι. Μια υποψία με φορτίο ακαθόριστης βεβαιότητας κι εν τούτοις τόσο αρχοντικά νικηφόρας, τόσο άνετα καταφατικής, που διέρχεται μέσα από χάσματα τραγικά, αναμαλλιασμένους ορίζοντες, λογγιασμένους δρόμους, ξώφαλτσες συναντήσεις με δέρμα ζουλιγμένο, θαμνώδεις συμπορεύσεις και σπασμένα φιλιά, μαρτυρεί για μια τελεσίδικη ίσως παροντική σαφέστατα και αρχικά υπερφυώς εισβάλλουσα (αλληλο)ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ των όντων με μήτρα ή βάση, ίσως ακριβώς χάρη σ΄αυτά, το ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΟ κι όμως εύλαλο, κι όμως διαυγές, κι όμως κοινωνικό, κι όμως πληρωματικά βέβαιο.

              Η κιθάρα του κόσμου είναι μία, αλλά πολύχρωμη: το (Συν)Ομιλείν τη Ζωή. Γλώσσα. Όριο. Στο σκάφος της πολύχρωμοι εμείς περιλαμβανόμαστε. Μας περιέχει πολυερωτικά ή αποχυμωτικά. Οι χορδές με μήκος, έκταση, αντήχηση επί του κοινού ηχείου του οργάνου (μία γλώσσα, μία συνουσία, μία κοινωνία με το συνέχον Είναι), πολύηχες οικοδομούν μια πολύχρωμη μουσική Βαβέλ ως φασματικό δώρο. Απλά, αλλάζουν τα χορδίσματα (βλ.αλφάβητα και εκφορές) ή η σειρά των φθόγγων, ωστόσο η μουσική είναι περατή (η στοματική μας κοιλότητα). Κινείται εντός ορίων. Υπακούει αναγκαστικά σ’ αυτά και κάποτε μετατρέπει τον καταναγκασμό αυτό και την υπακοή σε μια υπερβαίνουσα αμφότερα ελευθερία, καθώς με τα μέσα τής ανάγκης, με το υλικό των ορίων, συνομιλεί με το Ανενδεές και το Απεριόριστο. Δοσμένο και κοινό το Υπαρκτό. Πίσω από τα κομμάτια ησυχάζει η Ολότητα. Μια Ursprache,ακόμη και ως φανταστική γλωσσολογική υπόθεση, πιστεύουμε πως υφίσταται αλλά στο πεδίο της οντολογίας. Σ’αυτό το πλαίσιο μπορεί να υπεισέλθει η μονογεννητική υπόθεση, η υπόθεση μιάς πρωτογλώσσας –κλώσσας όλων των υπολοίπων.
                 Η μονογεννητική υπόθεση έχει, νομίζω, έρεισμα αν ιδωθεί υπό το πρίσμα και μόνο ενός ΕΝΙΚΟΥ οντολογικού μηνύματος που ΕΙΝΑΙ ο άνθρωπος. Αν συμβαίνει αυτό, τότε η διασπορά, η πληθώρα, η διαφορετικότητα-πολλαπλότητα ακατανοησία των γλωσσών, επιλύεται και βρίσκει τη «μονοθεϊα» της σ΄αυτό, καθότι όλες «ομιλούν» το ΕΝΙΚΟ είναι του ανθρώπου. Υπό το ίδιο πρίσμα αντικρίζω και την ενοειδή, ενικώς εσχατολογική κατάληξη των γλωσσών. Αν υπάρξει ποτέ μονιστική παγίωση θα είναι γιατί οι άνθρωποι προέταξαν ως θεμελιώδη και απαράγραπτη βιομέριμνά τους την αφοσίωση σ’αυτό τούτο το ΕΝΙΚΟ είναι τους. Από την άλλη πλευρά, το παιχνίδι της επανένωσης και διασποράς των γλωσσών υπακούει σ΄ένα αδιάκοπο γίγνεσθαι. Συγκροτείται από τον κοσμικό-οντολογικό πόλεμο που κείται στα θεμέλια τού εν-τινι-τόπω-υπάρχειν . Αυτό το παιχνίδι θα κερδίζεται και θα χάνεται αενάως με κάθε νέα έλευση ενός νέου υποκειμένου στην ιστορία. Η μονογεννητική στατικότητα, το παγιωμένο μιας επανένωσης των διεσπαρμένων γλωσσών, σε πλήρη λήθη της Γλώσσας που τις συνέχει και τις υπερβαίνει, μοιάζει να είναι φυσιοκρατική ουτοπία και ευσεβής (ανεκπλήρωτος και ανεδαφικός) πόθος. Αλλά, έχοντας κατά νου όλα τα παραπάνω, ας επιχειρήσουμε να εμφανίσουμε την αλληλοπεριχώρηση ακατανόητου κατανοητού, της κοινωνίας στην ακοινωνησία και το αντίστροφο και της αντιδόσεως των ιδιωμάτων τους. Στεκόμαστε με άδεια χέρια κρατώντας όλο τον ποταμό.

                                

              Το Αμήν (Αμέν) διεισδύει σε παραπάνω από…1000 γλώσσες ! Τις διαπερνά και σφραγίζει τον πολιτισμό που αρθρώνουν. Συντελείται έτσι μια αμετάφραστη πάσα (ακοινώνητη; ακατανόητη;) - καθώς εδώ η Βαβέλ, φαινομενολογικά τουλάχιστον, μοιάζει κραταιή και δεν κοινωνείται ευτυχώς (….!;;;. Το ευτυχώς για την ενδεχόμενη και πιθανότατη μεταφραστική έκπτωση από το νοηματικό και εμπειρικό φορτίο της πρωτογενούς λέξεως…) τίποτα - σε μια πανίσχυρη ιστορικά-συγκυριακά γλώσσα, την ελληνική των Πτολεμαίων και της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που εν συνεχεία εξακοντίζεται, ως έχει από την ίδια τη μήτρα της αρχικής γλώσσας, στα πέρατα του κόσμου !.. Μια λέξη στην Άλλη (ξένη; νέα;) γλώσσα με όλο το περιεχόμενο της Αρχικής (μητρικής; παλαιάς ;) ανεπιγνώστως, που εκφέρεται, ωστόσο, πληρωματικά, με ισοκράτη κυριαρχικό την ΑΙΣΘΗΣΗ. Μια απόλυτα κατανοητή και ομιλούσα αδιαφάνεια, ένα περιλαμπές σκοτάδι. Μια πλήρης κοινωνία, που, οπωσδήποτε αν δεν εξορίζει τουλάχιστον τη βεβαιότητα, παρακάμπτει άνετα, για να ζήσει και να γευθεί το ζεστό καρβέλι του υπαρκτού, ένα μίζερο και στενό ορθολογισμό που αίρει συνήθως ανερυθρίαστα, ατέχνως και αρχαρίως τα καλύμματα των πραγμάτων για να τα αποστεώσει, να τα εκθέσει στο ψύχος της οντολογικής (βλ. ιδεολογικής, στείρας αισθησιοκρατικής) τους σμίκρυνσης, μεταφέροντάς τα ακριβώς στο μικρότατο ύψος της ανθρώπινης λογικής. Η αρχική σημασία της λέξεως ΑΜΗΝ (επιβεβαιώνω, διαβεβαιώνω, ενισχύω και προπαντός με κύρια βάση την ευκτική σημασία είθε να πραγματοποιηθεί η προσευχή μας (τον όρο προσευχή τον εννοώ, αυθαιρέτως αν προτιμάτε, με την ευρύτερη δυνατή σημασία που μπορεί κατ’ εμένα να προσλάβει και η οποία αναπαύεται καλύτερα στη λέξη έργο, πράξη, ενέργεια, προς-ομιλία) διευρύνεται εκπληκτικά. Η λέξη κουβαλά πια στους ώμους της ένα απίστευτο νοηματικό φορτίο : αλήθεια, πίστη, πιστός, δεξιά χειρ, καλλιτέχνης, δυνατός, μαϊστορας, τροφός, θετός γονεύς, ενθαρρύνω, προπονώ, προπονητής-αλείπτης κ.τ.λ. ! Τίποτε απ’ αυτά δεν περνά, δεν διαβιβάζεται. Το ανοίκειο και ξένο, το μη γαλακτοτροφούμενο και ανερμήνευτο, το ενδογενώς ακατανόητο και άπορο, μια πέτρα από τον βαβελικό μας πύργο, λειτουργεί και μάς φέρνει σε κοινωνία πέρα απ΄τη γλώσσα διαμέσου της Γλώσσας ! Σαν μια μοναχική αστραπή που σχίζοντας τα (ορθο)λογικά καταπετάσματα της αμυνόμενης υπαρξής μας έναντι του κόσμου και των φωταγωγικών του σκοταδιών, μάς καταυγάζει με την πλέον ασφαλή γνώση ότι το άρρητο [=φιλί, έρωτας, νησί, θάλασσα, Θεός, φώς, ψηλάφηση, λέξη, ταξίδι] είναι ψωμί που τρώγεται. Ιδού, στο επιμέρους διαμέρισμα του κοινού και ενιαίου οίκου μας, στην ελληνική : ΑΜΗΝ. Ειπωμένο με τα χείλη της τρυφερής μας ηλικίας, ριζωμένο, μετά την εισβολή του στο διαμέρισμά μας( Ένας ο οίκος της Γλώσσας με πολλά δωμάτια), επί γενεές γενεών, όσο ξένο, ανοίκειο, ακατανόητο, κενό, [βαβελικώς αμετάφραστο] τόσο αφθέγγως οικείο, ΚΑΤΑΝΟΗΤΟ, έμπλεο βεβαιότητας, γεύσης, γνωστό, με όλο το νοηματικό του φορτίο εκρηγνύμενο μέσα μας και γύρω αρρήτως κι ωστόσο [εμπειρικά ή καρδιακά] ρητώς. Μάλιστα εμπλουτιζόμενο με τις εκάστοτε τοπικές νοηματικές πινελιές. Ποιός δεν θα μαρτυρούσε, με βεβαιότητα ιερομάρτυρα, πως ξέρει για τι μιλά και τι εκφράζει κι ωστόσο πόσο εννοιο-λογικά αδαής και άσχετος μεταφραστής-διερμηνέας είναι; Πόσο φώς ψηλαφητό σωριάζεται στην παντοτινή ανθρώπινη επωδό «ουδέν οίδα»;
                      Παράλληλα, θεωρώ πως βρισκόμαστε διιστορικά ενώπιον σπαραγμάτων που μαρτυρούν την ενότητα υπογραμμίζοντας, με αυτή τούτη τη «φύση» τους, πως οφείλει να είναι πολυχρωματική. Ακριβώς για να διασώζεται η Γλώσσα μέσα από την πολυειδή και ασύμφωνη μετάφραση-διερμηνεία της. Για να διασώζεται βαβελικά το πολύτροπον ενιαίο μας. Για να θάλλει ο καθολικός και ένας άνθρωπος στον κατά τόπους και επιμέρους. Σε οξεία αντίθεση με την έννοια και το περιεχόμενο της (οικονομικής) παγκοσμιοποίησης, που άλλο δεν σημαίνει παρά νεολιθική πολτοποίηση της δεδομένης (και μυστηριώδους) πολυηχίας του κόσμου βάσει ενός ιδεοκρατικού (βλ. μανιχαϊστικά μεταφυσικού), ψυχικά μειονεκτικού και ιδιωτεύοντος Αμαθούς (=το κακόν κατά Σωκράτη, η έκπτωση, η ψυχική απώλεια) Αριθμού μιάς ολίγιστης μειοψηφίας αποστειρωμένου δωματίου (όπου «εκπονούνται» τυχάρπαστα τα οικοδομικά σχέδια του Πύργου) σχεσιακά ανάπηρων ή ανίκανων, κατά αυτόβουλη παραίτηση, υποκειμένων και, ως εκ τούτου, βασικά ανίκανων προς οποιαδήποτε Σύνθεση Ζωής. Ιδού : Το ταυ του πετάω, ίπταμαι σε ανερμήνευτη συμφωνία με το σημιτικό ταϊαρα, ταϊαράν, τηρ, του αριστοφανικού Τηρέα κρύβει περισσότερο φτερό και λιγότερο άνεμο σε σύγκριση με το fly, fliegen, ή στερείται το υγρό βουητό volare, voler, volar μιας πτήσης ;… Το ρω του νταβάρ (πράγμα, λέω, ομιλώ, τίποτα[!]) πόσο ομοειδώς φανερώνει τον στρόβιλο των πραγμάτων ελληνιστί και παίρνει από τον ώμο την κρητική ιδιόλεκτο «πράμα»;… Προτιμότερος ο μυστικοπαθής έμφοβος συριγμός του σίγμα της λέξεως χόσεχ ενώπιον του σκοταδιού-σκότους από τον υπόκωφα μπουνταλάδικο γδούπο του dark, dunkel ;… Το ταυ της αμαρτίας-αστοχίας, όπως το, ανερμήνευτα συγγενικό πάλι, αραβικό χατέϊα, χτυπά και αναδεικνύει με αιχμηρότερο ήχο εντός μας την τύψη από το peche ή το sin ενός παχιού ή απλού (συριστικού) σίγμα που δείχνει να αστειεύεται κάπως, να απωθεί την τραγικότητα ενός Οιδίποδα ας πούμε;...Απ’ την άλλη, με βάση την πολεμική–αντιθετική φύση του κοσμικού γίγνεσθαι υπό εναρμόνια όμως προοπτική, το χαμπ, χούμπο, κρύβει έναν βρόγχο, ακριβώς χάρη στο σύμπλεγμα μιας συμφωνικής θηλιάς χ-β/μπ, σε αντίθεση με την διαβάθμιση από την έκσταση ή την τετρωμμένη έκπληξη ενός Α, στην τραχύτητα και το δώριο ενός Γ και τέλος στην τοπική άγνοια ενός Π της αγάπης ; Ή για να αναδείξουμε το φωτιστικό Εναρμόνιο της διαφοράς και της Βαβέλ και την κοινωνική ακατανοησία της Γλώσσας, η παραμονή (εσπερινός ως αρχή του κύκλου…) είναι πάντα ένα ησιόδειο έρεβος (έρεβ σαμπάτ=παραμονή Σαββάτου, παραμονή καταπαύσεως); Ξεκινά από το σκοτάδι ο κόσμος ; Η εκκίνηση είναι μαύρη;.. Ή, για να επιχειρήσουμε έναν αναγραμματισμό που αναδεικνύει πως με τα ίδια υλικά και προπαντός ενδογενώς, στην ομοιογένεια και τη φυλετική καθαρότητα της ομοείδειας, βαβελίζεται εν τη γενέσει (των υλικών του) ο κόσμος, η θάλασσα είναι κάτι σαμπανιζέ, αφρώδες , με βιαιότητα μέθης διονυσιακής που αν το αντιστρέψεις ή λίγο το ανακατώσεις γίνεται ηρακλείτειος πόλεμος μπαχρ, χαρμπ ; Δεν ενυπάρχει το ένα μέσα στο άλλο αφ’εαυτού και ηγεμονικά ; Επιπρόσθετα, με ένα ελάχιστο ξύσιμο, ένα ρηχότατο σκάψιμο φανερώνεται πόσο ο οίκος μας, η Γλώσσα, είναι ο τόπος εκείνος που φθέγγεται αενάως και κυριότατα οντολογικές αλήθειες όπως η ακόλουθη : επί του οικείου υφίσταται (βλ. υπόστασις…) το ανοίκειο και ξένο (Βαβέλ-Σύγχυση) που όταν φανερωθεί αναδύει τον βόρειο άνεμο που λυσσομανά στην κορφή του βαβελικού Πύργου μας, που είναι και η απριορική βάση του και που καθόσον αμφότερα αναμειγνύονται, καθόσον συνουσιάζονται δεν γνωρίζονται πια. Ποιό το ένα και ποιό το άλλο ; Εγώ είμαι αυτός ή αυτός είσαι εσύ ; Ιδού, τόσο ελληνικός ο ήχος που όρκο παίρνεις, ναι τον έπλασε με τα ίδια της τα χέρια από το χώμα της Δονούσας η προγιαγιά σου και τον έστειλε να φέρνει κύκλους στη Θήβα: Κάδμος με δ αναρρηχιτικής αριστοκρατίας που ηδονίζεσαι να το τραβάς (λες και ασυνειδήτως και ευστόχως βαβελικά αραβοποιείσαι γεμίζοντας σάντα –επιμηκυνόμενους φθόγγους-την ελληνική….) και πού να ήξερες πως πιπιλίζεις ανατολή, κέντεμ, κεντεμά (ανατολή, ανατολικά αλλά και καντίμ=παλαιό, αρχέγονο…) ερωτοτροπώντας ακριβώς μ’αυτό το δ που εγείρεται σαν περίλαμπρη παγίδα… Ή ας ανασύρουμε εκείνο το άλλο της εξαίρεσης του πόνου Σεμέλη, λες και γεμίζει το στόμα σάρκα από ζάχαρη με μια σταξιά λεμόνι στους δεκαοχτάχρονους πόρους της που στραφταλίζουν αρώματα…κι όμως ανεπίγνωστα και τόσο φυσικά…Βορράς (Σαμάλ, σμολ) ! Πόσο ευχάριστο που έχει χαθεί η άκρη και έχουμε αιωνίως χάσει τη μπάλα…
                          Στο ίδιο περιβάλλον εντάσσεται και η πολιτική, πάει να πει η καθημερινή και φλέγουσα (με βάση το ζώο και, πέραν αυτού, τον άγγελο)κοινωνία της χρείας, της ανάγκης, με το γεμάτο τσουβάλι των κατηγοριών της (δημοκρατία, σοσιαλισμός, αναρχία, φιλελευθερισμός, κομμουνισμός, φασιμός). Ερείδεται θέλοντας και μη στην οντολογία και στο κοσμικό είναι, όπως τουλάχιστον αυτό φαίνεται: Βαβελικό. Συνεπώς με δεδομένη την ασάφεια του κόσμου, τη βαβελική του ουσία (έστω και ως υλικό για τη μελλοντική ωρίμανση…) δεν θα μπορέσει ποτέ η λέξη δημοκρατία ή φασισμός, ας πούμε, να είναι καθαρή, σαφής και διαυγής, να έχει ξεκάθαρο νόημα για όλους (! ; …), διότι τα όντα κινούνται αέναα, γίγνονται και απαιτείται ο άθλος της γνήσιας απροϋπόθετης σχέσης και εκ νέου προσέγγισής τους συνεχώς. Κοινωνούμε εν σχέση. Δεν υπάρχουν παγιωμένες ίσως πραγματικότητες. Τα όντα προσλαμβάνουν επιπλέον νοήματα ή θα στερούνται των ήδη αποκτηθέντων γιατί οι ανθρώπινες ενέργειες ποικίλλουν και η ιστορικότητα μεταμορφώνει τις υπάρχουσες (παρελθοντικές…) δομές.

                                 

                         Θεωρώ στο σημείο αυτό πως θα πρέπει λιγάκι να σταθούμε περιεργαζόμενοι τον αρνητικό πόλο του Πύργου μας, της φιλτάτης μας Βαβέλ. Μοιάζει καλλικέλαδος και αρκούντως ομιλητικός ! «Η γνώση παρέχεται, δωρίζεται, δεν είναι κατάκτηση προθετικότητας, ευσυνείδητου αθλητισμού». «Δεν κατανοώ διότι δεν αγαπώ». «Αν αγαπώ κατανοώ, διότι δεν ενδιαφέρομαι να κατανοήσω αλλά να πάθω αγκαλιά». «Life is life». «Ό,τι στην Εδέμ έτσι και στον Πύργο». «Κόρη ματιού λοξά για εμπιστοσύνη μέσα στην καταστροφή, στο αδιέξοδο, στα τοιχώματα, στα τείχη, στα όρια». «Φτιάξε όνομα μα όχι μόνος σου». «Το σώζεσθαι γεννιέται στο ανήκειν». «Αναζητάτε αδιάκοπα το μέσα-σε-κάτι Εγώ».«Η σύγχυση μαρτυρεί για μη τυχαία κατασκευή» Μα βέβαια ! Τη διακόπτω και ανταπαντώ κοιτάζοντας ευθεία στα μάτια της : Η πτώση πρόσκληση στη Σάρκα και το συγκεχυμένο ύψος πρόσκληση στο Κοινωνείν. Μίλησα για donum Dei. Κοινή η εμπειρία όλων μας από τους καρπούς των υγιών καταστροφών, από το πολύχρωμο δώρο της καταστροφής, απ’όπου βγαίνουμε ρωμαλεότεροι και πιο γνωστικοί . Η μεταμόρφωση κι ο μετασχηματισμός της φθοράς και της πτώσης σε περισσόν ζωής… Η Βαβέλ αφορμή και αιτία για περισσότερη δίψα κοινωνίας και ακόμη ανώτερης κοινωνίας. Ως εκ τούτου η Βαβέλ όχι ως αποτέλεσμα πολυγλωσσίας, γλωσσολαλίας, καθώς οι γλώσσες ήταν όλες παρούσες, αλλά συγχύσεως του κοινωνείν -αν εξακολουθούμε να επιμένουμε μονιστικά στην αρνητική μόνο πλευρά της. Πώς ; Όπως και στην αρχική προσπάθεια. Η αρχική : το ακόπως (;) συλλέγειν τον καρπό, το ακατεργάστως ( φυσικώς =εδώ με την έννοια του Ρουσσώ και του περιεχομένου του όρου που έδινε ο διαφωτισμός και η νεωτερικότητα του 18ου αιώνα) δρέπειν. Η άλλη : το επεξεργασμένως και συστηματικώς (εδώ χεγκελιανά ή καντιανά) εγκόπως και αυτοσωτηρίως οικοδομείν και αγγίζειν, φθάνειν, κατακτάν με τις ίδιες δυνάμεις, με τα ίδια προσόντα, αυτοθεούμενος. Όμως το Νόημα είναι επισκέπτης όχι πηλός.

Σςς ! Ένα φως, μετά από χρόνια λανθασμένων μεταφράσεων, φάνηκε ως δώρο που διερμηνεύει τη σκηνοθεσία. Ας είμαστε στοιχειωδώς παρατηρητικοί, καλοί, ώριμοι, ρεαλιστές, νοήμονες διερμηνείς-ωτακουστές .

Ακουμπισμένος στην πλάτη του κρεβατιού. Το κεφάλι ελαφρά ριγμένο πίσω, έτσι που να στηρίζεται μια πειστικά διακοσμημένη επένδυση και το βλέμμα ευθεία μπροστά, στιγμές-στιγμές να χαμηλώνει και να την τυλίγει ολόκληρη, παίρνοντάς την και πάλι στην ευθεία πορεία του, γεμίζοντας δέσμες σκιών και φωτός το δωμάτιο κι εκείνη, ω εκείνη, ο βωμός του ο ίδιος, ο ανεκπλήρωτος στόχος αλιευμένος στα χέρια του, ιδού μπλεγμένος στην αγκαλιά του, γερμένη στο στήθος του, να της χαϊδεύει σαν κατακτημένος κατακτητής τα μαλλιά, την πλάτη και τους ώμους. Μιλούν σιγανά, μ’εκείνον τον ασφαλή τόνο φωνής που χαρίζει η επιτυχημένη κατοχή. Είναι φτιαγμένοι ό ένας για τον άλλο. Το διατρανώνουν. Το εκθέτουν. Κάθε μάτι από την κλειδαρότρυπα του συμβατικού ηδονοβλεψία μας θα μαρτυρούσε το ίδιο. Το αυτί του αναμενόμενου ωτακουστή μας θα άκουγε τα από καταβολής τετριμμένα της θηλυκής φωνής: «Όλοι. Πάντοτε. Με ΄κλέβαν. Πάντα κάτι έπαιρναν. Κανείς δεν μ’αγάπησε για μένα. Κανείς άδολα. Μόνο εσένα έχω. Το ξέρω. Μόνο εσύ. Μη πάψεις να με φροντίζεις ποτέ. Να μου το δείχνεις αδιάκοπα αγάπη μου». Τα λόγια της βγαίναν ως υπόκρουση στις πιο απίστευτα σαγηνευτικές κινήσεις που μεγιστοποιούσαν τη θηλυκότητα που γνώριζε καλά πως διαθέτει. «Είσαι ο άντρας της ζωής μου. Δως μου την αγάπη σου.» Ο αέρας που δεχόταν τους ήχους αυτής της γλώσσας, θα μαρτυρούσε επί ποινή νηνεμίας ότι συλλάμβανε κάτι σαν διαταγή, αμείλικτη, ανελαστική, κάτι σαν δικτατορική παρέλαση κατάργησης του άλλου, με μόνο το «αυτονόητο» δίκαιο ότι του έκανε τη μέγιστη τιμή να του δίνει αυτήν την ίδια…αναβαθμίζοντάς τον. Και η αρσενική φωνή, με διάθεση αυτή την ίδια στιγμή να δείξει έμπρακτα τη θυσιαστική της προαίρεση, να γίνει παρανάλωμα, ακουγόταν με τη σειρά της να ομνύει : «Είμαι δικός σου ολότελα. Η ζωή μου στα πόδια σου. Γεννήθηκα για να καώ για σένα. Οι θεοί μου γκρεμισμένοι στα πόδια σου. Πάρε με. Όλον. Αγάπη μου, μοναδική μου αγάπη».

                      Αυτά στη γλώσσα που μοιάζει κατανοητή. Που μοιάζει να μην παρατονίζει βαβελικά. Που χτίζει τον πύργο της σχέσης. Όμως στην πραγματικότητα, στην αντεστραμμένη γλώσσα του δραματικά επιστημονικού και ειλικρινή ωτακουστή μας ακουγόταν μια πανάρχαιη, όσο και ιστορικά μελλοντική, ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΑ κατανοητή Βαβέλ : Μια ωμοφαγία. Ακούγονται υπόκωφα ουρλιαχτά. Βρυχηθμοί κατασπαραγμού. Σάρκες σχισμένες. Όσο πιο εμφανώς μεγάλη η μαζοχιστική του αυτοθυσία, τόσο πιο άξιος και ανώτερος ο ίδιος στους άλλους για τη φύση της αγαπητικής του προσφοράς. Ανασφαλής που βρήκε γήπεδο αυτοεπιβεβαίωσης. Διψά να την αποκτήσει ως πιστοποιητικό κατακτητικής δυνότητας. Μια πρέζα. Μια ψευδεπίγραφη πραγματικότητα για να ξεχάσει την απελπιστικά χαμηλή αυτοεκτίμησή του. Ένα ψυχικό σουρωτήρι που δικαιωνόταν από το νερό της που το διαπερνούσε. Εκείνη ένα παμφάγο, ένα αδηφάγο αρπαχτικό που, ανίκανο να αυτοπροσφερθεί και ζώντας ηδονικά μια καθηλωτική λαγνεία πόνου στην αμετάκλητη απόφασή της να παραμείνει στη μη ενηλικίωση, έναν μαζοχισμό ως εύκολο και ευχερές υποκατάστατο Νοήματος, απομυζά το όποιο Εσύ προβάλλει στο βήμα της και το ευτελίζει υποχθόνια, το ποδοπατά, του ενσταλάζει την αδιαπραγμάτευτη δικτατορία της, το εκμηδενίζει ώστε να αισθάνεται πως ΕΧΕΙ στη θέση του αφόρητου κενού, Εαυτό.. Η φωνή του έμπειρου ωτακουστή μας, σκοτεινή, λυσσασμένη, διχαστική, κρημνίζουσα, καταστροφική θα ξεφώνιζε «Βαβέλ ! Βαβέλ! Τα πάντα φύρδην-μύγδην! Θεός!», τόσο λυτρωτικά, τόσο επουλωτικά, τόσο απελευθερωτικά που μια ανατριχίλα, εννιάμηνη έγκυος συγκίνησης, θα καταπόντιζε όλο το είναι μας -ναι, έχει δίκιο.
                          Μια ησυχία επικρατεί. Φυσικότητα. Δεν προδίδεται τίποτα. Όλα εντάξει. Μπε σέντερ. Οι οικοδομές μας ανεγείρονται. Ο ήλιος είναι κίτρινος κι η θάλασσα γαλάζια. Συμφωνία. Κατανόηση. Εκείνο είναι αυτό και όχι το άλλο. Αφανής κάποτε η Βαβέλ, μα και η εμφάνειά της τί να δηλώνει ; Μεγαλύτερη υπνηλία ;

ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΜΝΗΝΟΣ (δημοσίευση στο περιοδικο Litteraterra, 2010)

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Μπάβελ-Μπάμπιλου
α.Επαναστατικές διαθέσεις στο εφηβικό δωμάτιο (=απλή εκτόνωση αδρεναλίνης)
β.Απέκδυση εαυτού σε μια κατάσταση κατάπτυστης υπακοής (=ριζική επανάσταση)
γ.Κάψιμο βωμών, θεών και χτισμάτων (=υπάκουος γιός στο πυρ του φιλιού)


Αλέκος Χρυσόπουλος
http://www.antiepilogou.gr
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.