[...] Τί βλέπεις στη φωτιά;" ρώτησα, χωρίς να περιμένω απάντηση.
"Τί θα 'κανες αν σου έλεγα ότι δεν είμαι απ' αυτόν τον πλανήτη;" με ρώτησε.
"Τί;"
"Κι αν σου έλεγα το ίδιο για τον Σωκράτη; Ή και για σένα;"
Δεν ήξερα τι να της πω -κι αν έπρεπε να την πάρω στα σοβαρά.
"Αυτό είδες στη φωτιά;" ήταν το μόνο που μπόρεσα να σκεφτώ και να τη ρωτήσω.
"Κάτσε κάτω," είπε εκείνη "Δες και μόνος σου."
Κάθησα και κοίταξα τις φλόγες που χόρευαν. Η Μαμά Τσία σηκώθηκε αργά και άρχισε να μαλάζει τους μυς της πλάτης μου με τα δυνατά της χέρια. "Με ρώτησες γιατί σου στάθηκα. Η απάντηση είναι: γιατί ανήκουμε στην ίδια οικογένεια" μου είπε. "Είμαστε μέλη της ίδιας πνευματικής οικογένειας."
"Τί εννοείς..." Δεν κατάφερα να τελειώσω την πρότασή μου. Η Μαμά Τσία με χτύπησε δυνατά στο σβέρκο. Είδα αστεράκια και μετά μόνο τις φλόγες, στις οποίες βυθίστηκα όλο και πιο βαθειά...