Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

Το πάχος ταιριάζει στους φτωχούς


                    Lucian Freud, "Benefits Supervisor Sleeping", 1994.

 Θα ήθελα πάρα πολύ να ζούσα στην παλαιολιθική εποχή. Θα ήμουν μια ελκυστική γυναίκα και όλοι οι άντρες θα λαχταρούσαν να με κάνουν ταίρι τους. Για να κερδίσουν την εύνοιά μου, θα μου έφερναν διάφορες λιχουδιές, όπως κάμπιες,  φτέρες και άγρια μούρα και, όταν θα γύριζαν από το κυνήγι, θα απόθεταν στα πόδια μου σκοτωμένα αγριογούρουνα και βουβάλια. Εγώ θα τα καταβρόχθιζα με πολλή ευχαρίστηση και θα καθόμουν έπειτα στη σκιά για να χωνέψω. Θα ήμουν τετράπαχη, κάτι εξαιρετικά σπάνιο για εκείνη την εποχή, τετράπαχη και αφάνταστα ωραία. Τόσο ωραία που μπορεί να νόμιζαν πως ήμουν κάτι σαν θεά και θα μου έφτιαχναν αγαλματάκια για να με τιμήσουν. 


Θα διάλεγα  τελικά για σύντροφο τον πιο ικανό κυνηγό, αυτόν που θα μου έφερνε το περισσότερο κρέας και θα συνέχιζα να παχαίνω, μέχρι που δεν θα μπορούσα να σηκωθώ από κάτω. Ένας προικισμένος τεχνίτης θα έφτιαχνε το πιο όμορφο αγαλματάκι μου και θα το ονόμαζε «Αφροδίτη του Willendorf”.  Έτσι θα έμπαινα στην αιωνιότητα. 

                               Αφροδίτη του Willendorf, 25000 πΧ.

                                      Κυβέλη, 15000 πΧ.

Αλλά δυστυχώς δεν γεννήθηκα στην παλαιολιθική εποχή, γεννήθηκα  30.000 χρόνια αργότερα.
Και στη νεολιθική εποχή αν ζούσα όμως, πάλι περιζήτητη θα ήμουν. Οι άνδρες της φυλής που θα ήταν τώρα γεωργοί και κτηνοτρόφοι, θα μου χάριζαν κατσίκια και πρόβατα, σακιά με κριθάρι, μέλι, φακές και αρακά. Όλα αυτά θα τα καταβρόχθιζα με απόλαυση και κάποια στιγμή θα διάλεγα το σύντροφό μου που θα ήταν ο αρχηγός του οικισμού. Και πάλι θα ήμουν κάτι σαν θεά με τα πάχη μου να ξεχειλίζουν από όλες τις μεριές και οι άλλες γυναίκες, αδύνατες και κοκαλιάρες,  θα με κοίταζαν με φθόνο, γιατί εγώ θα ήμουν η πιο όμορφη γυναίκα της φυλής και άξιο έπαθλο του αρχηγού.  Οι τεχνίτες θα σκάλιζαν στην πέτρα τα ειδώλιά μου και θα με ταύτιζαν με τη Μητέρα Θεά, τη θεά της αφθονίας. 


                                   The fat lady of Malta.

                       Πήλινο νεολιθικό ειδώλιο από την Ιεράπετρα.

                              Θεά της Αφθονίας, Catal Hoyuk.

Όμως ούτε τότε γεννήθηκα. Γεννήθηκα 8000 χρόνια αργότερα.
Αν πάλι είχα γεννηθεί στην αρχαία Αίγυπτο, είναι βέβαιο ότι θα ανήκα στην ανώτερη τάξη, αν και δεν θα ήμουν η μοναδική χοντρή. Αρκετοί πλούσιοι θα ήταν σαν και μένα, γιατί τώρα υπάρχει αφθονία τροφής. Αυτή την τροφή την αποθηκεύουμε στα κελάρια μας σε μεγάλες ποσότητες και τρώμε πλουσιοπάροχα όλο το χρόνο. Οι φτωχοί είναι φυσικά όλοι αδύνατοι, γιατί λιμοκτονούν. Εμείς οι χοντροί είμαστε πρότυπα ομορφιάς και περιφέρουμε τα πάχη μας με μεγάλο καμάρι. Είναι σαν να λέμε σε όλους: «Κοιτάξτε μας, είμαστε πλούσιοι εμείς και έχουμε φαγητό κάθε μέρα στο τραπέζι μας».

                                Ο γλύπτης Μπεκ και η σύζυγός του.

Και στην αρχαία Ελλάδα αν ζούσα, καλά θα τα πήγαινα. Αν μάλιστα ήμουν φίλη με κανένα γλύπτη, μπορεί να με χρησιμοποιούσε για μοντέλο, όταν θα σκάλιζε στο μάρμαρο τις θεές του Ολύμπου. Θα έπρεπε όμως να χάσω μερικά κιλά, γιατί το πολύ πάχος δεν αρέσει πια. Το ίδιο θα έπρεπε να κάνω, αν ζούσα και στη Ρώμη.

                      Κηφισόδοτου "Ειρήνη και Πλούτος", 4ος αι. πΧ. (αντίγραφο)

Το Μεσαίωνα θα συνέχιζα να είμαι πολύ επιθυμητή. Οι χριστιανοί  βέβαια θέλουν τους αγίους τους αδύνατους και αποστεωμένους, ξεκομμένους από τις γήινες απολαύσεις και έτσι τους ζωγραφίζουν. Όμως στην καθημερινή ζωή ο χοντρός έχει κύρος και είναι επιθυμητός, γιατί το πάχος συμβαδίζει πάντα με τον πλούτο, ενώ αντίθετα ο λιπόσαρκος είναι άσχημος και θεωρείται συχνά ύποπτο άτομο. Θα ήμουν λοιπόν μια θεσπέσια, παχιά δέσποινα, θα κατέβαζα κάθε μέρα τεράστιες ποσότητες φαγητού και θα φλέρταρα με άρχοντες και ιερωμένους εξίσου χοντρούς και κοιλαράδες.
Για να μην τα πολυλογώ, ως χοντρή θα ήμουν πρότυπο ομορφιάς σε όλους τους αιώνες, θα κυκλοφορούσα περήφανη επιδεικνύοντας τις δίπλες και τα καπούλια μου και φτάνοντας στο 18ο αιώνα ο Ρούμπενς θα ξετρελαινόταν μαζί μου και θα με έκανε σίγουρα μοντέλο του.

                              Rubens, "Diana returning from hunt", λεπτομέρεια.

Μέχρι τον 20ό  αιώνα δεν θα είχα κανένα πρόβλημα.  Δίαιτες αδυνατίσματος και τέτοιες αηδίες ήταν άγνωστα πράγματα ως εκείνη την εποχή. Ο κόσμος αγωνιζόταν να παχύνει και υπήρχαν πολλά προγράμματα που βοηθούσαν τους αδύνατους να πάρουν βάρος.  «Τα πάχη μου, τα κάλλη μου», έλεγαν τα αφράτα κορίτσια της παντρειάς και ήταν πρώτες στον κατάλογο των υποψήφιων συζύγων, ενώ τις κακομοίρες τις αδύνατες δεν γύριζε κανείς να τις κοιτάξει, έτσι καχεκτικές που ήταν. Η γόησσα της εποχής, η Lillian Russell, που ξετρέλανε τους άντρες στις αρχές του 20ού αιώνα, ήταν πάνω από 90 κιλά, γυναικάρα με τα όλα της δηλαδή.

                                           Lillian Russell 1861-1922.

Τα πράγματα άλλαξαν μετά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, την εποχή δηλαδή που βρήκα να γεννηθώ εγώ. Αυξήθηκε απότομα η παραγωγή, το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε κατακόρυφα και γέμισαν οι αγορές με φτηνά τρόφιμα, προσιτά σε πλούσιους και φτωχούς. Τόνοι τα κρέατα και τα ψαρικά, τα γαλακτοκομικά, τα φρούτα και τα λαχανικά και τα λάδια και τα ζυμαρικά και τα ψωμιά και οι πάσης φύσεως λιχουδιές. Έπεσε ο κόσμος με τα μούτρα στο φαΐ και όλοι σχεδόν έγιναν χοντροί. Ήταν τώρα και τα ρούχα φτηνά, ντύθηκαν οι άνθρωποι ωραία κι έγιναν όλοι ένα πράγμα. Ισοπεδώθηκε η κοινωνία δηλαδή.  
Πώς θα ξεχώριζαν τώρα οι πλούσιοι από τους φτωχούς; Και καλά, με τα ρούχα βρέθηκε λύση, εφευρέθηκαν τα πανάκριβα σινιέ που οι φτωχοί δεν μπορούσαν να αγοράσουν κι έτσι διατηρήθηκε εν μέρει η διάκριση. Αλλά με τα τρόφιμα τι θα γινόταν; Όλοι μπορούσαν τώρα να αγοράσουν χαβιάρι και αστακό. Κάπως έπρεπε να βρεθεί μια λύση σ' αυτή την κοινωνική ανωμαλία. Κι αφού τα τρόφιμα συνέχιζαν να είναι φτηνά, η λύση ήταν μία: οι πλούσιοι έπρεπε να πάψουν να τρώνε. Έτσι με μεγάλη θλίψη αποχωρίστηκαν τις γευστικές απολαύσεις της ζωής και αδυνάτισαν, όσο γινόταν περισσότερο. Αδυνάτισαν, μέχρι που έγιναν σκελετοί. Τώρα πλέον η διάκριση είναι αμέσως ορατή. Οι πλούσιοι είναι πετσί και κόκαλο.



                           " Please, feed me!"

Σ’ αυτή λοιπόν την ανάποδη εποχή βρήκα κι εγώ να γεννηθώ. Με το στίγμα της χοντρής να με ακολουθεί όπου κι αν πάω. Κάνω δίαιτες, πάω σε γυμναστήρια, σε διαιτολόγους, σε διατροφολόγους και ενδοκρινολόγους – έχει γεμίσει ο κόσμος από δαύτους και κάνουν χρυσές δουλειές με μας τους κοιλιόδουλους και τους υπέρβαρους  – χάνω μερικά κιλά και αμέσως μετά τα ξαναπαίρνω. Μια περιουσία έχω ξοδέψει όλα αυτά τα χρόνια που αγωνίζομαι να αδυνατίσω και τίποτα δεν έχω καταφέρει. Παραμένω χοντρή και αυτό μου δημιουργεί μεγάλα προβλήματα. 
Πρώτα-πρώτα δεν έχω την εκτίμηση του κόσμου. Με κοιτάζουν όλοι αφ’ υψηλού, όλοι αυτοί οι αδύνατοι και μαραγκιασμένοι, και με το βλέμμα τους είναι σαν να μου λένε: «Είσαι φτωχή δηλαδή εσύ; Ή μήπως έχεις θυρεοειδή;  Μήπως είσαι βουλιμική; Να πας στο γιατρό, δεν είναι φυσιολογικό που είσαι χοντρή». Άλλοτε με κοιτάζουν με οίκτο, όπως κάποτε κοίταζαν οι πλούσιοι χοντροί τους φτωχούς αδύνατους. Κι άλλοτε δεν με κοιτάζουν καθόλου, με αγνοούν σκόπιμα, γιατί τους χαλάω την πολίτικαλ κορέκτ ατμόσφαιρά τους.
Ένα άλλο πρόβλημα που έχω είναι πως δεν μπορώ να βρω άντρα να ζευγαρώσω. Με το που με βλέπουν οι υποψήφιοι, παίρνουν δρόμο.  «Για ένα λεπτό», είπα κάποτε σε έναν από δαύτους, «το ξέρεις πως κάποτε τις χοντρές τις έλεγαν Αφροδίτες και τις θαύμαζαν;» Αλλά το επιχείρημά μου ήταν αδύνατο, ενώ εγώ ήμουν χοντρή και ο υποψήφιος δεν πείστηκε. Ένα άλλο επιχείρημα που χρησιμοποιώ είναι να  λέω πως είμαι πλούσια. Αμφιβάλλω, αν με πιστεύουν, αλλά κι αν ακόμα με πιστεύουν, δεν τους συγκινούν τα πλούτη μου. Αντίθετα τους τρομοκρατούν τα λίπη μου. Μόνο ένας Ουκρανός ενδιαφέρθηκε κάποτε, αλλά εγώ δεν πάω με Ουκρανούς, διότι έχω και κάποιες αρχές. Ως τελευταίο μου επιχείρημα προβάλλω τη μόρφωσή μου. Αλλά δεν βαριέσαι. Ποιος έχει όρεξη να αγκαλιάζει μια χοντρέλα  που ξέρει γαλλικά και πιάνο...

                                    Brian Clarke (Les Toil),"Elizabeth".

Άλλο πρόβλημα είναι τα ρούχα. Περνώ μπροστά από τις βιτρίνες και με πιάνει το μαράζι. Τι ωραία μοντελάκια, φουστανάκια, πουκαμισάκια, ζακετάκια, παντελονάκια κάθονται πίσω από το τζάμι και με προκαλούν! Μπαίνω δισταχτικά μέσα και η πωλήτρια με κοιτάζει ανέκφραστη. «Μήπως έχετε στο νούμερό μου αυτό το μπλουζάκι της βιτρίνας;» ρωτώ με την ανάλογη ταπεινότητα. Η πωλήτρια μού ρίχνει ένα αποδοκιμαστικό βλέμμα: «Όχι, δεν έχουμε στο νούμερό σας», μου λέει ξερά. Βγαίνω έξω καταντροπιασμένη. Μετά από πολλές μάταιες απόπειρες καταλήγω  σε ένα κατάστημα για «παχουλές»  (έτσι το λένε ευγενικά για να μη μας πουν χοντρές) και αγοράζω κάτι άχαρα, πανάκριβα ρούχα. Μ’ αυτά θα βολευτώ, δεν έχει άλλα.
Έπειτα είναι κι αυτές οι κοινωνικές εκδηλώσεις, στις οποίες είμαι υποχρεωμένη να πηγαίνω, και εκεί κυκλοφορούν όλες κομψές, λεπτές, με μέση δαχτυλίδι κι εγώ ξεχωρίζω σαν τη μύγα μες το γάλα, δεν ξέρω πού να σταθώ για να φαίνομαι λιγότερο. Κάθομαι σε μια καρέκλα και πάω να σταυρώσω τα πόδια μου για να δείχνω άνετη, αλλά τα πόδια δεν σταυρώνουν με τίποτα. Τα αφήνω να κρέμονται κάτω και θυμάμαι ότι όλες οι χοντρές που έχω δει καθισμένες, έτσι κάθονται οι δύστυχες, με τα πόδια κρεμασμένα. 

                            Beryl Cook, "Girls' night out".

Τα βράδια στέκομαι στον καθρέφτη, κοιτάζω το χοντρό μου είδωλο και με πιάνει κατάθλιψη. Φέρνω ύστερα στο νου μου τις μοντέλες που βλέπω στην τηλεόραση, αυτές τις ψηλόλιγνες και αποστεωμένες, και σκέφτομαι πως, αν ζούσαμε στη λίθινη εποχή, αυτές θα ήταν για πέταμα, αλόγες κοκαλιάρες, ενώ εμένα θα με λάτρευαν. Τώρα όμως εμάς τις χοντρές μάς έχουν για πέταμα κι αυτές τις λατρεύουν. Οι παλιορατσιστές.
Παρηγοριέμαι όμως έπειτα, γιατί σκέφτομαι πως σίγουρα εγώ δεν θα πεθάνω από anorexia nervosa, ενώ αυτές κινδυνεύουν θανάσιμα. Και κατά βάθος πρέπει να τις λυπόμαστε αυτές τις πολύ αδύνατες, γιατί άλλη χαρά στη ζωή από το να είναι αδύνατες, δεν έχουν. Ε, και τι; Είναι σπουδαία χαρά αυτή;
Βγάζω από το φούρνο το αρνάκι και το τσακίζω επί τόπου. Μάλιστα, αυτή είναι πραγματική χαρά - τι χαρά, εδώ πρόκειται για αληθινή ευδαιμονία! Κατεβάζω έπειτα με μια χαψιά και μια πάστα και όλα είναι πολύ ωραία.
Μα τι χαζός κόσμος αλήθεια, να θέλει να είμαστε όλοι αδύνατοι και πεινασμένοι ζώντας μέσα σε τόσα αγαθά. Και να φωνάζει πως το πάχος είναι αρρώστια και να μας σταμπάρει εμάς τους χοντρούς. Και όταν θέλουν να βρίσουν κανένα, να τον λένε χοντρό. Και όταν θέλουν να βγάλουν γέλιο στην τηλεόραση, να δείχνουν διάφορους χοντρούς που τους κοροϊδεύουν οι άλλοι κι αυτοί οι καημένοι, τι να κάνουν, γελοιοποιούνται εκουσίως για να βγάλουν το ψωμί τους. Πώς άλλαξαν έτσι τα πράγματα μέσα σε μερικές δεκαετίες κι έγιναν οι χοντροί του κλώτσου και του μπάτσου, αξιοθρήνητοι και παρίες...
Μου φαίνεται πως θα ξενιτευτώ, θα πάω να ζήσω στην Πολυνησία ή σε καμιά χώρα της Αφρικής, σ' ένα μέρος φτωχό τέλος πάντων, όπου ακόμα λατρεύουν τις χοντρές. Να ρίξω πάνω μου ένα φαρδύ, πολύχρωμο πανί σαν κουρτίνα  και να κυκλοφορώ καμαρωτή στους δρόμους.  Και να ρίχνω ακατάδεχτες ματιές στις αδύνατες, σ’ αυτές τις φτωχές, τις πεινασμένες.

               Πίνακας του Augustin Kassi (Ακτή Ελεφαντοστού.)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.