Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ....ΣΑΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ...ΒΓΑΛΤΟ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΥ ΣΟΥ..ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΥΠΡΟΣ , ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΛΛΑΔΑ..


Γράφει ο Δημήτρης Ιατρόπουλος

Ορκίζομαι,
Στο Ξεχωριστό και στο Ιδιαίτερο,

Αυτής εδώ της Πατρίδας.
Στις πανάρχαιες πεδιάδες της.
Στα ζωντανά βουνά και στα ιερά ποτάμια της.
Στις Αρχαίες κολώνες.
Στα γεμάτα σοφία και υπομονή βράχια
Του Αρχιπελάγους της.
Στα χαρακωμένα πρόσωπα
των γερόντων της.
Στα παραμύθια της γιαγιάς
Και στο πρώτο σκίρτημα της άνοιξης.
Στα ματωμένα ρούχα των ηρώων,
Και στις στολές των πολεμιστών
Που θάφτηκαν στο χιόνι..

Ορκίζομαι
Στον Έρωτα που ποτέ δεν ρωτάει,
Και στην Αγάπη που απαντάει σε όλα..

Ορκίζομαι
Στο αιώνιο κάλεσμα των ανέμων
Που περνάνε τραγουδώντας
Πάνω απ τα νησιά μας,
Στην περικεφαλαία της Αθηνάς
Που την χάρισε στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη,
Στα αγόρια που παίζανε αμπάριζα και πρωτελιά,
Στα κορίτσια που παίζανε κουτσό και σχοινάκι,
Στις ασβεστωμένες πέτρες
Που στολίζανε τα πεύκα στην κατασκήνωση,
Στο Σωτήρη Πέτρουλα
Και στον Αλέκο Παναγούλη,
Στα πανάρχαια τραγούδια μας,
Και στους χιλιάδες ποιητές μας.

Ορκίζομαι
Στους Θεούς και στον Θεό,
Στον προστάτη Χριστό
Και στο Χρήστο που έλιωσε στη φυλακή
Χωρίς προστάτη,
Στη Μαρία που την σακάτεψε η ηρωίνη,
Και στην Κατερίνα που κοιμήθηκε για πάντα
Μέσα στα ποιήματά της,
Στον Παύλο που στήθηκε στο απόσπασμα Τραγουδώντας
Και στο τελευταίο χαμόγελο του Ευαγόρα
Μπροστά στο ικρίωμα..

Ορκίζομαι
Στους χιλιάδες αδελφούς μου,
Που αυτοπυροβολήθηκαν,
Πνίγηκαν, κρεμάστηκαν, και φεύγουν Καθημερινά,
Τούτες τις ύπουλες μέρες,
Επειδή οι προδότες, τους βουλιάξανε
Στο βρομερό παιχνίδι τους..

Ορκίζομαι
Στους Αγέννητους ΄Ελληνες,
Στα παιδιά και στα εγγόνια μας,
Που περιμένουν με υπομονή να κατεβούν Ανάμεσά μας
Για να βρούνε μια πατρίδα καθαρή
Και προκομμένη.

Ορκίζομαι
Στα όνειρα που ακόμη δεν πήραν εκδίκηση
Όπως το ζήτησεν ο Ποιητής,
Στο σκονισμένο εικονοστάσι
Και στον ερειπωμένο καφενέ,
Στους χιλιάδες περήφανους συμπατριώτες μου,
Που ανοίγουν στα συσσίτια το στόμα τους,
Σαν τα πρωτόβγαλτα χελιδόνια
Για μια μπουκιά ψωμί..

Ορκίζομαι τέλος,
Στο πανάγιο αίμα και στο άγριο βλέμμα
Των ανθρώπων της φυλής μου
‘Ότι αυτήν εδώ την Πατρίδα:

Δεν θα τη χαρίσω σε κανέναν ξένο
Δεν θα την εκχωρήσω σε κανέναν προδότη
Δεν θα την υποθηκεύσω σε κανέναν τοκογλύφο
Δεν θα την ξευτιλίσω για χατίρι κανενός
Πουλημένου πολιτικού καθάρματος...

Και θα πράξω ότι περνάει απ το χέρι μου
Μέσα από τους Νόμους και τους Θεσμούς
Της Δημοκρατίας μου,
Που Εγώ ίδρυσα εδώ και χιλιάδες χρόνια
Για λογαριασμό όλης της Ανθρωπότητας,
Ώστε να ξανασηκωθεί όρθια
Και να προκόψει ξανά.

Όμως, αν οι εχθροί μου,
Οι ντόπιοι προδότες κι οι ξένοι εισβολείς,
Δεν ακούσουν τη φωνή μου μέσα από το Νόμο,
Τότε θα τραβήξω την κουρτίνα της Ιστορίας μου
Και θα σύρω για μιαν ακόμη φορά,
Το παλιό μαχαίρι απ το θηκάρι.

Ορκίζομαι να ζήσω
Σε μιαν ελεύθερη Ελλάδα
Και να πεθάνω όπως μου ταιριάζει,
Όταν έρθει η ώρα μου,
Σαν ελεύθερος Έλληνας...
 ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΥΠΡΟΣ , ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΛΛΑΔΑ.
 Και μάθε πως όχι τα κλαριά να μας κόψεις
όχι τα σπίτια που μας έκαψες
μόνο πέτρα πάνω στην πέτρα να μη μείνει
δεν προσκυνούμε
Τι τα δέντρα μας αν τα κόψεις και τα κάψεις



η γη μένει δική μας και τα ματακάνει.
Μόνον ένας Έλληνας να μείνει
- μόνος ένας σ’ αυτή την Ελλάδα την ολόκληρη -
πάντα θα πολεμούμε. Και μην ελπίζεις
πως τη γη μας θα την κάμεις δική σου.
Βγάλτο απ’ το νου σου.
Βγάλτο απ’ το νου σου.
Βγάλτο απ’ το νου σου.
***
Δεν είδατε εκείνα τα ορθομέτωπα παλικάρια την ώρα που τα δικάζατε
δεν είδατε, κάτω απ’ τα στήθια τα φουρτουνιασμένα, την καρδιά τους
δεν είδατε, εκεί στο καρπόχερο, λίγο πάνω απ’ τη χεροπέδα
δεν είδατε πως ξεκινούσε κιόλας με το ρυθμό της πνιγμένης γαλαζόφλεβας
αυτός ο χάρος που εσείς τον θρέψατε μεσ’ στην καρδιά τους;
***
Θα σας εύρει!
Όπου κι αν πάτε θα τον εύρετε μπροστά σας
και πίσω σας και πλάι σας – όπου τρέξετε
θα τρέχει πίσω σας το χιλιοπόδαρο το μίσος
όπου κρυφτείτε, ο χιλιοπρόσωπος ο χάρος θα σας βρει.
***
Και κάλλιο να σας το πούμε από τώρα.
Ξανθοί ληστές, μήτ’ ένα δε θα πάρετε
σβώλον από το χώμα μας – και μήτε
μια ελιά μας δε θα κόψει το τσεκούρι σας.
Μα κι αν την κόψει, αν τήνε σφάξει
πάλιν εμείς με το αίμα μας τη θρέφουμε
πάλιν εκείνη, αθάνατη, απ’ τη ρίζα της
τρακόσια παραπούλια θα πετάξει!
***
Όχι, εσάς δε σας θέλει τούτη η γη, δε σας ξέρει!
Όλα εδώ ‘ναι δικά μας! Τι απ’ το κάθε λιθάρι
απ’ το χώμα, απ’ το δέντρο, το νερό και τ’ αγέρι
το κορμί μας μια στάλα για να γίνει έχει πάρει.
Η ψυχή μας επήρε μια πνοή απ’ το καθένα.
Όλα εδώ ‘ναι δικά μας – μα για σας όλα ξένα!
***
Γιατί εσείς είστε ξένοι. Κι όσα βάγια αν κρατάτε
τούτη η γη δεν πουλιέται, δεν της γίνεστε φίλοι!
Η πατρίδα είναι μάνα κι έχει μνήμη – θυμάται
απ’ τον άγιο της κόρφο ποια βυζάξανε χείλη.
Κ’ η γλυκιά μας η Κύπρος ήταν, είναι, θα μένει
για τα τέκνα της μάνα – μα για σας πάντα ξένη.
***
Λογαριάσατε λάθος με το νου σας, εμπόροι,
δε μετριέται πατρίδα, λευτεριά με τον πήχη!
Κι αν μικρός είν’ ο τόπος και το θέλει και μπόρει
τον ασήκωτο βράχο να τον φάει με το νύχι.
Τούτη η δίψα δε σβήνει, τούτη η μάχη δεν παύει, χίλια χρόνια αν περάσουν, δεν πεθαίνουμε σκλάβοι!
***
Αψηλά τις καρδιές μας! Μεσ’ στης γης μας το χώμα πιο βαθιά ριζωμένοι – κι ας μανίζουν οι άνεμοι.
Τούτο ακόμα το χρόνο, τούτ’ την άνοιξη ακόμα…
Στον ορίζοντα πέρα κάποιο φως κιόλας τρέμει.
Αψηλά τις καρδιές μας κι αρχινά να ροδίζει
η αλυσίδα μας πήρε να βογγά και να τρίζει.
***
Και σεις ξένοι, μακριά μας! Όθεν ήρθατε, πάτε!
Σας χωρά και περσεύει, όσοι αν είστε, η Αγγλία.
Μη βρουχιόστε σα λιόντες, τώρα πια δεν κρατάτε
στα σκληρά σας τ’ αγκρίφια τις πατρίδες, σα λεία.
Στης Μεσόγειος τι θέτε τη γλυκιά γαλανάδα;
Εμείς είμαστε Κύπρος, εμείς είμαστε Ελλάδα!

Θεοδόσης Πιερίδης
Αναρτήθηκε από ΑΝΔΡΕΑΣ Α. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.