Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου
Συγγραφεύς- Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση»,
έκδοση Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού/ΓΕΝ,
τεύχος 599, σσ. 26-29, ΜΑΡΤ-ΜΑΪΟΣ 2017.
Το παρόν αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο της
συγγραφέως «Η Πειρατεία στην Αρχαία Ελλάδα»,
εκδ. Historical Quest 2017.
|
"ΝΑΥΑΓΙΣΤΕΣ"
σχέδιο Γιάννης Νάκας,
Αρχαιολόγος- MA in Maritime
Archaeology.
|
Κατά τη μακραίωνη περίοδο της ναυσιπλοίας, από την αρχαιότητα έως και τις αρχές του 19ου αιώνος, οπότε αυτή εκτελείτο με ξύλινα ιστιοφόρα, οι κίνδυνοι της προσαράξεως ή του ναυαγίου στις ακτές ήταν αυξημένοι. Δραττώμενοι της ευκαιρίας ενός ναυαγίου, ορισμένοι κάτοικοι των ακτών προέβαιναν σε αρπαγή του φορτίου του πλοίου ή και των ιδίων των επιβατών.
Η συνήθεια της συλήσεως των ναυαγισμένων πλοίων είχε ως αρχικά αίτια την πρωτόγονη τάση για εξασφάλιση ευκόλου κέρδους, το αίσθημα της αποστροφής προς τους αλλοδαπούς και το πνεύμα αντεκδικήσεως των πειρατών, που λυμαίνονταν τις ακτές. Ορισμένοι από τους κατοίκους των παραλίων, οι οποίοι προκαλούσαν ναυάγιο σε διερχόμενο πλοίο με σκοπό την αρπαγή αγαθών και προσώπων για προσωπικό όφελος, χαρακτηρίστηκαν με τον αδόκιμο όρο «ναυαγιστές».
Ο συγκεκριμένος όρος απουσιάζει από τα αρχαία κείμενα, αφού είναι επινόηση επόμενων αιώνων. Αφορά περιπτώσεις κατά τις οποίες ασκούντο πρακτικές προκλήσεως ναυαγίων, μέσω παραπλανήσεως των Πλοιάρχων, ως προς τη γραμμή πλεύσεως. Οι πρακτικές αυτές, που επέζησαν ως τα μέσα του προπερασμένου αιώνος, συνίσταντο στην τοποθέτηση φανών σε βραχώδεις ακτές, ιδίως κατά τις ομιχλώδεις και τρικυμιώδεις νύχτες[1]. Οι φανοί δημιουργούσαν στους Κυβερνήτες/Πλοιάρχους την εντύπωση ότι στο σημείο εκείνο υπήρχε λιμένας. Στην προσπάθειά τους να καταπλεύσουν στον ασφαλή λιμένα, προσέκρουαν στα βράχια και το πλοίο τους καταστρεφόταν. Τότε παρουσιάζονταν οι προκαλέσαντες το ναυάγιο, οι «ναυαγιστές», για να το συλήσουν και να σκοτώσουν τους επιβαίνοντες ή να τους προωθήσουν σε σκλαβοπάζαρα.
Περί του όρου «ναυαγιστής»
Παρά το γεγονός ότι ο όρος ναυαγιστής δεν υπάρχει σε αρχαίο κείμενο εντούτοις ανακαλύπτουμε σε αυτά τον όρο ναυφθόρος (<ναῦς + φθείρω)[2], που δηλώνει εκείνον ο οποίος φθείρει, καταστρέφει πλοία. Δεν γνωρίζουμε εάν ο ναυφθόρος ήταν ταυτοχρόνως ναυαγιστής, ενδέχεται όμως αμφότεροι οι όροι να παρουσίασαν πολλά κοινά στη ελληνική ναυτική Ιστορία.
Ο όρος στην ελληνική προέρχεται από μετάφραση ξένων λέξεων. Ανατρέχοντας σε πηγές για την αρχαιότερη μνεία της λέξεως, ανακαλύπτουμε στον Λεξικογράφο του 19ου αιώνος H. N. Ulrich τον λατινικό όρο naufragalis, ο οποίος σημαίνει «ο ναυαγίαν επιφέρων, ναυφθόρος». Το λήμμα προέρχεται από τη λατινική λέξη naufragus (navis = ναῦς + frango = ἄγνυμι [3]) [4]. Στη Μ. Βρετανία εμφανίζεται επισήμως από το 1820 με τον όρο wrecker (one who causeς ashipwreck in order to plunder it)[5], ενώ στη Γαλλία το συναντούμε στο Λεξικό Larousse στο λήμμα naufrageur(Habitant des côtes qui, par de faux signaux, provoquait lesnaufrages, pour s’ emprarer des épaves)[6].
|
Σημείο σελίδας από το P. Larousse,
Nouveau Larousse Illustré:
dictionnaire universel encyclopédique
1817-1875, vol.6.
|
Ιστορία και δράση
Ο πρώτος ναυαγιστής στην ιστορία φέρεται να είναι ο Ναύπλιος, πατέρας του Παλαμήδη[7] και εις εκ των Αργοναυτών: