Η δημιουργία του ανθρώπου
«Εκείνες τις μέρες, τις μέρες που ο ουρανός χωρίστηκε από τη γη
Εκείνες τις νύχτες, νύχτες που ο ουρανός χωρίστηκε από τη γη
Εκείνα τα χρόνια όταν οι μοίρες αποφασίστηκαν ο ουρανός και η γη ήταν…
Αφού οι Αννουνάκι θεοί γεννήθηκαν…
Αφού οι θεές παντρεύτηκαν και μοιράστηκαν ανάμεσα στον ουρανό και τη γη
Αφού οι θεές ενώθηκαν με τους θεούς και γέννησαν* και αφού οι θεοί όρισαν την τροφή τους για την τράπεζά τους
Οι μεγάλοι θεοί στάθηκαν στο καθήκον τους, οι νεώτεροι θεοί κουβάλησαν τους κάδους [….]
Με το παραπάνω κείμενο που βρέθηκε γραμμένο πάνω σε πήλινη πινακίδα στην περιοχή της Μεσοποταμίας ξεκινά ο σημαντικότερος από τους έξι μύθους της σουμεριακής κοσμογονίας, αυτός που εξηγεί τη δημιουργία του ανθρώπου. Η πινακίδα, που δυστυχώς δεν σώζεται ολόκληρη ώστε να μας δίνει ένα πλήρες κείμενο ανήκει σε εκείνες που γράφτηκαν κατά την προ-βαβυλωνιακή περίοδο και διατηρούν έντονα τα στοιχεία της Σουμεριακής παράδοσης.
Πάνω σ’ αυτήν αναφέρεται η δεύτερη εκδοχή του μύθου που προέρχεται από την πόλη Εριντού όπου κυριαρχούσε η αντίληψη πως ο δημιουργός του κόσμου δεν ήταν ο Ενλίλ της Νιππούρ, αλλά ο θεός των υδάτων, ο Ένκι. Παρά τη διαφορά αυτή όμως και οι δύο παραλλαγές του μύθου εκφράζουν την ίδια αντίληψη που επικρατούσε σε όλες τις πόλεις του Σουμέρ: πως ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για να υπηρετεί τους θεούς και είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως οι Σουμέριοι είναι οι πρώτοι που φαντάστηκαν πως οι άνθρωποι πλάστηκαν από πηλό.
Ο μύθος, όπως διαβάζουμε, αρχίζει με τη σκληρή δουλειά των μικρότερων θεών, οι οποίοι καθώς ήταν υποχρεωμένοι να εκτελούν τις εργασίες που τους επέβαλλαν οι πρωταρχικοί θεοί είχαν επωμισθεί τη βαριά εργασία της καλλιέργειας και της ύδρευσης της γης και της διάνοιξης καναλιών μέσω των οποίων θα οδηγούσαν το νερό ως τις καλλιέργειες. Για το σκοπό αυτό οι θεοί δούλευαν ακατάπαυστα. Καθώς όμως ήταν λίγοι γρήγορα κουράστηκαν και άρχισαν να παραπονιούνται και να ζητούν από τον πάνσοφο Ένκι να κάνει κάτι για να τους απαλλάξει από το βάσανό τους. Οι διαμαρτυρίες τους όμως δεν έφταναν ως το Άπσου, στην ιερή χώρα των γλυκών νερών*, όπου ζούσε και αναπαυόταν ο Ένκι. Τότε εκείνοι απευθύνθηκαν στη μητέρα του, τη θεά Νάμμου που εκπροσωπούσε την αρχέγονη θάλασσα και της ζήτησαν να μεταφέρει στον Ένκι την επιθυμία τους: