«Σώπα», είναι μία φράση ή κάπως έτσι προσπαθούμε να αποτρέψουμε τον συνομιλητή μας να μας εκδηλώσει έναν του πόνο.
Θα κάνουμε ότι περνά από το χέρι μας για να τον σταματήσουμε και κάπου εκεί αντί να τον ακούμε, θα αρχίσουμε να του παραθέτουμε δικά μας προβλήματα. Σε εκείνο το σημείο είναι που κάνουμε απεγνωσμένες προσπάθειες να του εξηγήσουμε ότι το δικό του πρόβλημα δεν είναι τίποτε μπροστά στο δικό μας. Έτσι οι γέφυρες επικοινωνίας υπάρχουν πάντα με κενά που τα μεγαλώνουμε όσο περνά ο καιρός.
Σπάνιο είναι να επιτρέψει κάποιος στον άνθρωπό του να βγάλει όλα τα κομμάτια πόνου, φόβου που τον απασχολούν και αυτό γιατί εκείνη τη στιγμή εμείς το παίρνουμε προσωπικά. Έτσι την έκκληση του ανθρώπου μας που έχει ανάγκη να μιλήσει, δεν θα την καταλάβουμε και θα επιλέξουμε το φιμώνω.
Ενώ παράλληλα παρόλο που έχουμε ακούσει ένα μικρό απόσπασμα του πόνου, θα αρχίσουμε να του παραθέτουμε τι θα κάναμε εμείς στην θέση του ή πως λειτουργήσαμε εμείς στη θέση του. Μα δεν πήγαμε ποτέ στη θέση του, γιατί πολύ απλά, δεν μπορούμε να πάμε στη θέση του. Όχι γιατί δεν το θέλουμε, αλλά γιατί είναι αδύνατο.