να από τ’ αγαπημένα μου παιχνίδια γιά υπολογιστή (κατά τις ώρες της ανίας – που κοιτάζω να μην γίνονται καί ώρες …ανοίας) είναι ο «τεχνικός σωληνώσεων«. Μη νομίζετε, τίποτε το τρομερό καί φοβερό – ο σκοπός του είναι απλά το να στρίβεις καλώδια σ’ ευθείες καί γωνίες, ώστε τελικά όλες οι οθόνες να συνδεθούν με τον κεντρικό υπολογιστή.
Κάπως έτσι είναι καί η μεθοδολογία που χρησιμοποιώ, γιά να φωτίζω (κατά δύναμιν, εννοείται) τα σκοτάδια Μυθολογίας τε καί Ιστορίας. Πρέπει να συμπληρώσω τις ελλείψεις με λογικά συμπεράσματα, ώστε η όλη εικόνα να μην έχει ασυνέχειες.
Βλέπετε, ακόμη κι ο Όμηρος δεν μας τα λέει καθόλου καλά! Κρύβει λόγια. Αυτός, ή η επιτροπή του Ονομάκριτου που κατέγραψε ( ; ) τα Έπη (όπως γούσταρε), δεν έχει σημασία. Το πράγμα ήταν καί παραμένει σχεδόν εξοργιστικό.
Λοιπόν, σήμερα θα μας απασχολήσει ο (ομηρικός ήρωας καί σοφός) Παλαμήδης, περί του οποίου η καλύτερη σύντομη εξιστόρηση βρίσκεται εδώ. Κανονικά, έπρεπε ν’ αφηγηθώ τα σημερινά με τη σειρά τους, πιάνοντας αφορμή από την αφήγηση της ζωής του Ιάσονα (όπως τη βλέπω – εννοείται). Αλλά, εντάξει, θα τα πω τώρα, έστω κι εκτός σειράς.
Θα πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή, διότι αλλοιώς δεν βγάζουμε νόημα.

i. Τα βιογραφικά
Ο Παλαμήδης ήταν γυιός (ο πρώτος) του βασιλιά της ομώνυμης πόλης Ναυπλίου καί της Κλυμένης, κόρης του Κατρέα. (Άρα, o Ναύπλιος με τον Αγαμέμνονα καί τον Μενέλαο ήταν πρώτα ξαδέρφια από μητέρες.) Ο Ναύπλιος ήταν Αργοναύτης, καί παντρεύτηκε όταν γύρισε από την Αργοναυτική Εκστρατεία. (Σας τά ‘πα!… Από τους Αργοναύτες, μονάχα ίσως ο Λαέρτης ήταν παντρεμένος, όταν ξεκίνησαν.) Έκανε τρείς γυιούς: τον Παλαμήδη, τον Οίακα, τον Ναυσιμέδοντα.
Μιά μέρα, κι ενώ ο -πρωτότοκος- Παλαμήδης έφτασε στην εφηβεία, πήγε με τον πατέρα του τον Ναύπλιο στην Κόρινθο. Ο Ναύπλιος ήθελε να ξαναδεί τον παλιό του καπετάνιο καί φιλαράκο, τον Ιάσονα, τον οποίο καί γνώρισε στον νεαρό Παλαμήδη.
(Παρένθεση: το γιατί, αντιθέτως, δεν πετάχτηκε ο Ιάσων μέχρι το Ναύπλιο, είναι μιά άλλη ιστορία – που θέλει τον δικό της χώρο γιά να εξηγηθεί. Ο Ιάσων στην Κόρινθο -γιά κάποιους λόγους- ήταν σε άτυπο «κατ’ οίκον περιορισμό», πράγμα που εξηγεί άριστα το πώς ξηγήθηκε στο τέλος η Μήδεια στον βασιλιά της Κορίνθου Κρέοντα, καί την κόρη του, την «αθώα του φόνου» χαζούλα Γλαύκη, όταν οι «εκβιασμοί» του Κρέοντα στον Ιάσονα έφτασαν στο μή παρέκει.)
Τέλος πάντων, ο νοητικώς πολύ προικισμένος έφηβος γνωρίστηκε με τον ζωντανό θρύλο… κι ο Ιάσονας έγινε ο πνευματικός μέντορας του νεαρού.
…Αν καί το ποιός έγινε μέντορας ποιανού, σηκώνει πολλή κουβέντα.
Βλέπετε, μετά τις πρώτες συστάσεις, το παιδί κοίταξε στα μάτια τον Ιάσονα, καί τον ρώτησε: «- Θυμάσαι, Διομήδη;»… επειδή ξύπνησαν μέσα του οι αναμνήσεις της εποχής της Γαλάζιας Αδελφότητας – της οποίας καί οι δύο ήσαν μέλη της. (Ο μικρός επίτηδες επικαλέστηκε τη σοφία του Διός, όταν απεκάλεσε τον Ιάσονα με το «βαφτιστικό» του όνομα.)
Τέλος πάντων, η επίσκεψη αυτή επαναλήφθηκε αρκετές φορές, κι ο Ιάσων είχε την ευκαιρία να χαίρεται συζητήσεις γιά διάφορα θέματα με τον πανέξυπνο εκπρόσωπο της νέας γενιάς.


Στο σημείο αυτό, οφείλω να επισημάνω ένα σφάλμα, που κάνουμε -σχεδόν- όλοι μας, όταν διαβάζουμε τα Ομηρικά Έπη: αποκομίζουμε την εντύπωση ότι όσο (επί δεκαετία) οι Αχαιοί πολεμούσαν με τους Τρώες, άλλο τόσο (επί δεκαετία) όλος ο κόσμος εδώ είχε πιάσει μιά τεράστια κερκίδα, καί παρακολουθούσε υπομονετικώς τον αγώνα!
Άμ, δέ!!!
Οι Έλληνες πίσω, στην κυρίως Ελλάδα, ουδόλως καθόντουσαν στ’ αυγά τους. Δεν θα σταματούσε η ζωή καί το γίγνεσθαι, επειδή είχε ξεκινήσει ο πόλεμος εναντίον της Τροίας.
Παράδειγμα αυτού που λέω, ο ένας γυιός του Ιάσονα καί της Υψιπύλης, ο Εύνηος. («Καλοκαράβης» ερμηνεύεται την σήμερον.) Απ’ τη μιά φρόντιζε τ’ αμπέλια του στη Λήμνο, καί πεταγόταν μέχρι την Τροία, όπου πουλούσε κρασί στους Αχαιούς. Κι απ’ την άλλη χωνόταν καί στις μάχες, κι έπαιρνε τους Τρώες στο κυνήγι. (Ο έτερος των διδύμων, ο Θόας Τζούνιορ, είτε ήτανε πιό υπολογιστής απ’ τον αδερφό του -Αιγόκεροι γάρ αμφότεροι, αφού τις Λημνιές αρχόντισσες τις γκάστρωσαν οι Αργοναύτες αμέσως μόλις φτάσαν στο νησί, Απρίλιο μήνα-, είτε πολύ μαμάκιας, καί δεν ανακατεύτηκε.)
Ας ξαναγυρίσουμε στα δικά μας, όμως. Αρκετά χρόνια μετά την πρώτη συνάντηση Ιάσονα καί Παλαμήδη, κι ενώ ο στρατός των Αχαιών είχε φύγει γιά την Τροία, ο Ιάσων με τον -πάλαι ποτέ εξ απορρήτων του- Πηλέα έφτιαξαν στρατιωτικό σώμα από πιτσιρικάδες καί συνταξιούχους (δηλαδή άτομα που είτε δεν πρόλαβαν να πάνε στον πόλεμο, λόγωι ηλικίας, είτε δεν τους έπαιρναν πιά – πάλι λόγωι ηλικίας). Μ’ αυτό επετέθησαν εναντίον της Ιωλκού, την κατέλαβαν, καθάρισαν τον Άκαστο καί την Ακάσταινα, έκαψαν το παλάτι (να ξεμαγαρίσει αιθερικώς – υπόψη, όταν η Ελλάδα ξαναγίνει Ελλάδα, πρώτα ιερέας γιά εξορκισμό στα υπόγεια της Βουλής, καί μετά μπουρλότο καί ισοπέδωση του συγκεκριμένου κτιρίου), καί τελικά βασιλιάς της Ιωλκού έγινε ο Πηλέας – αφού ο Ιάσων ήταν αρκετά σοφός, γιά να καταλάβει πως δεν πρέπει να ζητάει κάτι, που του το αρνήθηκε η Μοίρα περισσότερες της μίας φορές.
Εκεί, λοιπόν, καθόντουσαν καί μάθαιναν (καί σχολίαζαν) τα τεκταινόμενα απέναντι στη Μικρασία, στα παράλια της Ιωνίας, μιά που καί οι δυό τους είχαν γυιούς που μαχόντουσαν εκεί.
Παρένθεση: ο Ιάσων σίγουρα έμαθε (τα νέα μαθευόντουσαν καί τότε) ότι έχει δυό παιδιά με την Υψιπύλη, εκ των οποίων το ένα διαπρέπει ανάμεσα στους λοιπούς ήρωες στην Τρωάδα. Πλην όμως, δεν μπορούσε να φέρει την Υψιπύλη στην Ιωλκό να περάσουν το υπόλοιπο του βίου τους μαζί, γιά τον σοβαρό λόγο ότι η Υψιπύλη ήταν φόνισσα, καί δη υπότροπος κατά κάποιον τρόπο. Μαυρόγατα! Κουβαλούσε τον θάνατο μαζί της… (Όπως με το βρέφος Οφέλτη.) Με δεύτερη στη σειρά, λοιπόν, μάγισσα-φόνισσα ως πριγκήπισσα της Ιωλκού, θ’ αντιδρούσε άσχημα ο λαός. Ήρωας-ξεήρωας, θα τον έπαιρναν με τις πέτρες, κραυγάζοντας κάτι σαν: «- Πού πάς καί τις μαζεύεις κάτι τέτοιες, ρέ;»
Μαζί τους κι ο παλιός τους φιλαράκος απ’ την Αργώ, ο Ναύπλιος, τρίτος στη σειρά Αργοναύτης πατέρας μαχομένου γυιού.
Παρένθεση ξανά: πληροφορούμαστε ότι ο Ναύπλιος βρισκόταν στην Εύβοια, όταν έμαθε γιά τον άδικο θάνατο του Παλαμήδη. Μμμμ… κατά τη γνωμάρα μου, καθόλου σωστό – ακόμη μία ανακριβής πληροφορία των αρχαίων κειμένων. Τί να κάνει στην Εύβοια; Ήξερε κανέναν εκεί, να πάει γι’ αρμένικη βίζιτα; Το πιό λογικό ήταν να παρευρίσκεται στην Ιωλκό, φιλοξενούμενος των παλιών του φίλων, όπου κι έμαθε τα νέα.

ii. Τα κρυμμένα…
Τέλος πάντων, περνούσαν τα χρόνια κι οι τρείς παλιόφιλοι εύρισκαν παρηγοριά ο ένας στον άλλον. Ο ένας, να μην του έχει κάτσει καθόλου καλά ούτε το θέμα της διαδοχής του στη βασιλεία στον τόπο του, ούτε οι γυναίκες. Ο άλλος, να τον έχει εγκαταλείψει η -στην κυριολεξία!- θεά σύζυγος, καί να προώρισται να πεθάνει μαγκούφης καί παντέρμος – βάλε στο λογαριασμό καί τις προφητείες, που μιλούσαν γιά τον θάνατο του Αχιλλέα. Ο δέ τρίτος, να έχει όχι έναν, αλλά τρείς γυιούς στο μέτωπο. Κι αν όλοι αφήναν τα κόκκαλά τους δίπλα στον Σκάμανδρο;
Απ’ την άλλη, πάλι, είναι με τα καλά τους κι αυτοί οι προφήτες; Πέρασε η πρώτη κρίσιμη στιγμή των 6.18 ετών από την έναρξη του πολέμου, κι ο Αχιλλέας  ζούσε. (Καί τά ‘ξυνε, περιπαίζοντας τον Αγαμέμνονα.) Δηλαδή, τί; έλεγαν ψέμματα οι προφήτες, ή έπρεπε να περιμένουν το δεύτερο «πυθαγορικό» σημείο, τη συμπλήρωση των δέκα ετών;
Αλλά, γιά στάσου!… Δέκα χρόνια; Δέκα χρόνια;
Τί γίνετ’ εδώ πέρα, ρέ;
Ακόμη κι ο πάντα καλότροπος καί χαμογελαστός (κι ελαφρώς στην κοσμάρα του) Ιάσων τελικά υποπτεύθηκε πως κάτι δεν πάει καλά. Οι -δυστυχώς- εμφύλιες συρράξεις μεταξύ των Ελληνικών φύλων καί πόλεων δεν ήσαν καθόλου ασυνήθιστες… Αλλά, διάολε, ούτε κρατούσαν τόσο πολύ, ούτε διεξαγόντουσαν με τόση σφοδρότητα. Προς τί, λοιπόν, έπρεπε να παρατήσουν οι Αχαιοί (άρχοντες καί λαός) τα πάντα, γιά να πολεμάνε δέκα χρόνια στην Τροία; Μήπως δεν έπρεπε να ξεκινήσουν κάν; Μήπως τους έβαλαν κάποια λαμόγια να διεξάγουν έναν πόλεμο, που μακροχρονίως θα έβλαπτε πολύ άσχημα την Ελλάδα; Μήπως αυτός ο πόλεμος ξεκίνησε γιά ιδιοτελείς σκοπούς καί μυστικά σχέδια κάποιου κρυφού ιερατείου – κι όχι γιά τη δόξα της Ελλάδας;

Στο σημείο αυτό (κι ενώ σκεπτόμαστε τα «μήπως»), ας δούμε τί λένε οι σωζόμενες σχετικές αφηγήσεις.
Ως πηγές, γιά να καταλάβουμε τί ακριβώς έγινε, έχουμε τρείς ιστορίες:
  • Το πώς ο Οδυσσέας με τον Διομήδη (που επίσης δεν χώνευε τον Παλαμήδη) συλλάβανε τον Δόλωνα.
  • Το πώς ο Οδυσσέας συνέλαβε κάποιον Τρώα (υποτίθεται δούλο), που μετέφερε χρυσάφι στην Τροία, καί τον έβαλε να γράψει δήθεν ευχαριστήρια επιστολή του Πριάμου προς τον Παλαμήδη. (Πάλι εδώ ο σύνδεσμος.)
  • Το πώς στη συνέχεια ο Οδυσσέας έστησε την τελική, θανάσιμη σκευωρία στον Παλαμήδη με κατασκευασμένα στοιχεία – την οποία σκευωρία έφτασε μέχρι το τέρμα (με δίκη-μαϊμού) ο αντιπαθέστατος αρχιγάϊδαρος Αγαμέμνων.
Λοιπόν, οι τρείς αυτές ιστορίες είναι ουσιαστικώς μία, καί δή αλλοιωμένη. Άλλως τε, μην ξεχνάτε ότι τα Έπη είναι ραψ-ωδίες, δηλαδή συρραφές των δημοτικών τραγουδιών της εποχής εκείνης, αλλά καί προγενεστέρων εποχών. Γι’ αυτό κι εμφανίζουν αφηγηματικές χασμ-ωδίες κι ασυμφωνίες. Όσο όμορφα κι αν είναι, όσο υψηλή ποίηση κι αν δείχνουν, δεν παύουν να είναι κειμενογραφικές κουρελούδες-πάτσγουορκζ!
Γιατί, όμως, αλλοιωμένη η αφήγηση αυτή; Μά, γιά ν’ αποκρυβεί η αλήθεια… η οποία έτσι κι αλλοιώς ήταν επικίνδυνη. Κι εξακολουθεί να είναι. (Παρακάτω το γιατί.)
Ένας δεύτερος λόγος είναι πως πολλά μέρη των Επών μάλλον τα συνέθεσε ο ίδιος ο Οδυσσέας! Πώς; Φαίνεται πως ήταν πολύ ικανός στον χειρισμό του λόγου, κάτι το οποίο τα Έπη όντως δεν το τονίζουν καθόλου. (Αν αναρωτιέστε, δεινοί ρήτορες στην ομήγυρη των Αχαιών ήταν όλοι τους. Δε λέει τίποτε αυτό, από μόνο του, ως προς τυχόν ξεχωριστές λεκτικές ικανότητες του Οδυσσέα – οι οποίες, όμως πρέπει να υπήρχαν. Δεν εξηγείται αλλοιώς.)
Άλλως τε, τώρα τελευταία αναρωτιούνται κάποιοι φιλόλογοι δειλά-δειλά αν την Οδύσσεια την έγραψε ο ίδιος ο Οδυσσέας. Απόλυτα λογικό, αν το καλοσκεφτείς, διότι δεν υπήρχαν καί πολλοί μάρτυρες στα ταξίδια του. Μόνος αυτός γλύτωσε κι επέστρεψε στην Ιθάκη. Όμως, με την ίδια λογική πρέπει να υποπτευθούμε αν ο ίδιος έγραψε κι αρκετή από την Ιλιάδα. Γιατί; Διότι (χαμογελάω όταν) διαβάζω πως η Ιλιάδα δεν πολυ-αναφέρει τον Παλαμήδη. Καί χαμογελάω περισσότερο, διαπιστώνοντας πως η Ιλιάδα δεν αναφέρει ούτε τον Ιάσονα! (Μόνο μιά φορά αναφέρεται στην «Αργώ την ξακουστή», αν θυμάμαι καλά.)
Παρενθετικώς, έχω την πεποίθηση πως ο Οδυσσέας ήθελε απλά να επαναλάβει καί να ξεπεράσει την Αργοναυτική Εκστρατεία του πρώτου του ξαδέλφου, κινώντας προς τα δυτικά αυτή τη φορά – κι οι κατάρες των θεών ως αιτία γιά την περιπλάνησή του, ήταν απλά ένα πολύ όμορφο ποιητικό εφεύρημα. Φυσικά, καί να εισπράξει αιώνια δόξα ανυπέρβλητη – γι’ αυτό καί «θάβει» τους τυχόν αντίζηλους.

Ξανά στα δικά μας.
Οι τρείς αυτές ιστορίες χωλαίνουν. Τόσο πολύ, που ξεμπροστιάζονται ως ολοφάνερα κατασκευασμένες. Σε ποιά σημεία; Ιδού.
Ο Δόλων, λέει, πως ύστερα από ανάκριση (μ’ ένα γερό μπερντάχι, προφανώς) αποκάλυψε τη στρατωτική διάταξη των Τρώων. Αυτός, όμως, ήταν ένας απλός κήρυκας των Τρώων, κι όχι πολέμαρχος. Πώς την ήξερε; Από πότε οι απλοί κήρυκες συμμετέχουν σε στρατηγικούς σχεδιασμούς;
Μετά, πήγε μέσα στο στόμα του λύκου, να μάθει τα στρατιωτικά μυστικά των Αχαιών; Μά, από τις βίγλες στα ψηλά τείχη της Τροίας φαινόντουσαν τα πάντα. Ποιά «στρατιωτικά μυστικά» είχαν οι Αχαιοί, εκτός από την κατά μέτωπο επίθεση εναντίον των τειχών στη μικρή πεδιάδα ανάμεσα σ’ αυτά καί την παραλία; Ούτε κάν κυκλωτική πολιορκία με οργανωμένο σχέδιο κατάληψης (τα κλασικά κόλπα: αποκοπή της παροχής νερού μέσα στο Ίλιον καί υπονόμευση των τειχών με λαγούμια) δεν αναφέρεται στα Έπη. Όλες οι αφηγήσεις είναι μάχες κατά μέτωπον καί μονομαχίες… επί δεκαετίαν. Τζάμπα ηρωϊσμός, κι άγιος ο Ζεύς!
Πιό κάτω… δούλος καί να μεταφέρει χρυσάφι; Καί δή, ασυνόδευτος; Τί τον εμπόδιζε να τσεπώσει το χρυσάφι καί να την κοπανήσει, ή ν’ αυτομολήσει στους Αχαιούς – καί να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του ελεύθερος καί εις υγείαν των κορόϊδων; Καί γιατί πήγαινε από δρόμο επικίνδυνο;
Σαν πολύ βλάκα δεν μας τον παρουσιάζει τον Πρίαμο η Ιλιάδα; Καί σαν πολύ έξυπνο τον Οδυσσέα;
Τελευταίο, αλλ’ όχι έσχατο, το ότι ο Οδυσσέας έβαλε τον δούλο (τον μεταφορέα του χρυσού) να γράψει επιστολή «στη γλώσσα του» (όπως αναγράφει το κείμενο στον σύνδεσμο γιά τον Παλαμήδη). Σοβαρά; Ήξεραν οι Αχαιοί την γραπτή Χιττιτική (διότι η προφορική ήταν μία παραλλαγή -«ντοπιολαλιά»- της Πελασγικής), ώστε να διαβάσουν τί λέει η δήθεν επιστολή;
Παρεμπιπτόντως, δεν γνωρίζω τί επιγραφικό υλικό βρέθηκε στις ανασκαφές της Τροίας, αλλά πάω ένα στοιχηματάκι πως δεν ήταν Γραμμική Β’.

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ