Ο συγγραφέας Βασίλης Αλεξάκης στο έργο του “Η μητρική γλώσσα” αναφέρεται με κριτικό πνεύμα στους “λοξούς” χρησμούς της Πυθίας:
“Οι Δελφοί ήταν ιερός χώρος, πολύ πριν φτάσει ο Απόλλων και εγκατασταθεί εκεί η Πυθία.
Η Πυθία, πρωταγωνίστρια ενός λαμπρού θιάσου αγαλμάτων(του μαντείου), δεν ήταν ούτε ωραία, ούτε νέα, ούτε μορφωμένη, ούτε καν καλοντυμένη. Δεν αποκλείεται να κυκλοφορούσε ξυπόλητη.
Έχω την υποψία ότι, αν κάποιος απληροφόρητος επισκεπτόταν τους Δελφούς, εύκολα θα περνούσε την Πυθία για καθαρίστρια του ναού. Δεν ξέρουμε αν συνομιλούσε με το κοινό της ή αν της διαβίβαζαν τις ερωτήσεις του οι ιερείς.
Η κοσμοσυρροή ήταν τόση, που το μαντείο κατά καιρούς χρησιμοποιούσε δύο Πυθίες. Νομίζαμε ότι μια δάφνη, το αγαπημένο δέντρο του Απόλλωνα, βρισκόταν μέσα στο άδυτο. Πώς όμως μεγάλωνε χωρίς φως; Να την είχαν σε μια γλάστρα και να την έβγαζαν πότε -πότε στον ήλιο;...................
Ήμασταν σχεδόν βέβαιοι, έτσι τουλάχιστον μαθαίνω, ότι η Πυθία καθόταν σ' ένα τρίποδα κι ότι οι αναθυμιάσεις που έβγαιναν από μια σχισμή του εδάφους τής προκαλούσαν έντονη ψυχική ταραχή...............
Ο Πλούταρχος φαίνεται πεπεισμένος ότι έβγαιναν κάποτε αναθυμιάσεις μέσα από το άδυτο, αλλά δεν ισχυρίζεται ότι εξακολουθεί να συμβαίνει αυτό στη δική του εποχή. Θεωρεί απλά ότι το πνεύμα της γης ευνοεί τις μαντικές ικανότητες.