Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

ΑΓΑΠΗ ΕΡΩΤΙΚΗ..ΑΝΙΣΟΒΑΡΗΣ..ΚΤΗΤΙΚΗ..Η ΤΥΧΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΜΑΤΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ


αγάπη ερωτική, ανισοβαρής.


Είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει αγάπη ισότιμη ή ισοβαρής, δηλαδή αγάπη στην οποία και οι δύο ερωτευμένοι αγαπούν στον ίδιο περίπου βαθμό ο ένας τον άλλον. Μπορεί αρχικά να υπάρχει αυτή, όμως με τον καιρό μεταλλάσσεται σε ανισοβαρή αγάπη: ο ένας αγαπά περισσότερο τον άλλον και δένεται περισσότερο συναισθηματικά, ενώ ο άλλος παραμένοντας βέβαια ερωτευμένος με τον πρώτο, δεν νοιώθει τέτοια προσήλωση. 


Υπάρχει και η περίπτωση να υπάρχει εξαρχής ανισοβαρής αγάπη, ωστόσο με το πέρασμα του χρόνου να αντιστραφεί η ανισότητα και ο αγαπών περισσότερο να αγαπά λιγότερο, ενώ ο αγαπών λιγότερο να αγαπά περισσότερο. 

Είτε ο περισσότερο αγαπών κουράζεται βλέποντας ότι δεν παίρνει όσα δίνει (ή όσα θέλει να δώσει ή όσα δίνει δίχως αντίκρισμα στην ψυχή του άλλου) και ψάχνει αλλού, είτε ο λιγότερο αγαπών δεν ικανοποιείται πλέον, τόσο, ώστε να ψάχνει κι αυτός αλλού, είτε συμβιβάζονται σε μια σχέση όπου υπάρχει ο περισσότερο αγαπών και ο λιγότερο αγαπώμενος. Κανείς δεν είναι ικανοποιημένος, αλλά ίσως λόγω συνήθειας ίσως λόγω φόβου, διατηρείται το status quo

Η πρώτη πάντως από τις τρεις περιπτώσεις είναι η πιο ενδιαφέρουσα: γιατί όταν ο λιγότερο αγαπών αντιληφθεί ότι ο περισσότερο αγαπών έχει κουραστεί και ψάχνει αλλού, είναι ενδιαφέρουν να δούμε πώς αντιδρά, αν αδιαφορεί ή αν δεν αδιαφορεί. (18/7/2006)

αγάπη ερωτική, κτητική.


Πολλές φορές βλέπουμε δύο ανθρώπους (άντρες ή γυναίκες) να συγκρούονται για την ερωτική εύνοια ενός τρίτου ανθρώπου (γυναίκας ή άντρα, αντίστοιχα). Ο ένας κερδίζει, αλλά τότε δεν είναι σπάνια η διαπίστωση ότι αυτό που ήθελε ήταν απλώς να κατέχει τον τρίτο άνθρωπο μόνο και μόνο για να κατέχει «κάτι»· υπάρχει επίσης η διαπίστωση ότι το τρίτο άτομο, το «έπαθλο», «δεν μπορεί να θέλει» ό,τι θέλει ο «νικητής» κι επομένως η επιτυχής διεκδίκηση ήταν – τουλάχιστον για τον νικητή – μια ανοησία λόγω εκείνου του φόβου απώλειας ενός «κτήματος», το οποίο βέβαια δεν το έχει σε πρώτη μοίρα – επειδή έχει δει τις δυνατότητές του – αλλά λόγω του στιγμιαίου ανταγωνισμού τού έδωσε μεγαλύτερη αξία. 

Αυτά φυσικά προϋποθέτουν ότι η ερωτική αγάπη δεν είναι ανιδιοτελής· πράγματι δεν είναι, υπό την έννοια ότι δεν υπάρχει μονόπλευρη ερωτική αγάπη, δηλαδή αγάπη μόνο του ενός προς τον άλλον. Αν ο αγαπώμενος δεν αγαπά, τότε ο αγαπών σταδιακά παύει να αγαπά (ερωτικώς) τον αγαπώμενο. (18/7/2006)
            
Η ερωτική αγάπη μόνο κτητική μπορεί να είναι. Γιατί κανείς δεν ερωτεύεται κάποιον απλώς επειδή αυτός ο άλλος είναι άνθρωπος. Τον ερωτεύεται επειδή του αρέσει κι επειδή θέλει να χρησιμοποιήσει για τον εαυτό του την ποιότητα αυτή - χωρίς αυτό να αποκλείει την πίστη και σκέψη ότι κι ο ίδιος θα χρησιμεύσει θετικά στον άνθρωπο τον οποίο ερωτεύτηκε. 

Όντας - σε αντίθεση με άλλες μορφές αγάπης - η κορύφωση της απαίτησης για "συνταίριασμα" χαρακτήρων, θελήσεων, ακόμη και σωμάτων, η ερωτική αγάπη συνίσταται στην απαίτηση αποκλειστικής αφοσίωσης και αναγνώρισης από τη μεριά του άλλου. Σε μια τέτοια κατάσταση δεν χωράν για πολύ αποκλίσεις για χάρη τρίτων. 

Η αγάπη είναι το πιο εγωιστικό πράγμα στον κόσμο, αφού ο αγαπών επιδιώκει να κυριαρχεί στην καρδιά και στο νου του/της αγαπημένου/νης του ως το πιο επιθυμητό πρόσωπο. Καταστάσεις "χλιαρές" είτε καταλήγουν σε διάλυση της ερωτικής αγάπης είτε δεν είναι πλέον αγάπη ερωτική, αλλά απλώς φιλική, δηλαδή κατώτερης προσέγγισης.

αγάπη ερωτική, η τυχαιότητα και η ματαιότητά της.



Αυτό που μένει κυρίως από την ταινία Τρέξε, Λόλα, τρέξε είναι δύο στιχομυθίες του ζευγαριού, οι οποίες εκφράζουν την απόλυτη αλήθεια σχετικά με την «αιωνιότητα» και «νομοτέλεια» μιας σχέσης. Στην πρώτη στιχομυθία η κοπέλα ρωτά το φίλο της εάν την αγάπησε τυχαία, εάν δηλαδή θα έλεγε τα ίδια και σε μιαν άλλην, την οποία θα είχε συναντήσει και αγαπήσει αντί αυτής. 

Ο φίλος της αρνείται την τυχαιότητα και υποστηρίζει με σθένος ότι την αγαπάει επειδή του το διατάζει η καρδιά του· και γενικά θεωρεί χαζή την ερώτησή της, ωστόσο η κοπέλα είναι σίγουρη πως ήταν ζήτημα τύχης όλα κι επομένως οι όρκοι αγάπης και οι εκδηλώσεις λατρείας προς αυτήν την συγκεκριμένη είναι ψεύτικοι αφού θα έλεγε τους ίδιους σε οποιαδήποτε θα είχε ερωτευτεί αντ’ αυτής. 

Στην δεύτερη στιχομυθία ο άντρας ρωτά την κοπέλα του τι θα γινόταν εάν αυτός πέθαινε· της λέει ότι αυτή θα έκλαιγε για κάποιο διάστημα κι έπειτα θα έβρισκε ένα καλό, συμπαθητικό παιδί στο οποίο θα ένοιωθε ότι θα μπορούσε να λέει τον πόνο της και κάποια μέρα θα έπεφτε αυθόρμητα στην αγκαλιά του και θα ξέχναγε οριστικά τον πεθαμένο φίλο της. 

Η κοπέλα το αρνείται, του λέει επίσης ότι είναι χαζή ερώτηση· κι όταν αυτός επιμένει ότι έτσι θα γινόταν, αν ο ίδιος πέθαινε, αυτή του απαντά – αποφεύγοντας να συμφωνήσει ρητά – «δεν πέθανες όμως ακόμη». Και οι δυο περιπτώσεις δείχνουν ότι οποιαδήποτε αγάπη κι ερωτική σχέση, όσο κι αν ταιριάζουν κάποιοι ως χαρακτήρες ή ως γούστα, είναι εντελώς τυχαία και εντελώς παροδική. 
          
  Είναι εντελώς τυχαία, γιατί χρειάζονται πολλοί παράγοντες ώστε να πέσουν οι δήθεν αδελφές ψυχές η μία στην άλλη. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε τις συμπτώσεις στον τόπο ή στο χρόνο συνάντησης· είναι ευνόητες. Ωστόσο είναι ψυχολογικά αναγκαίο («ζωτικό ψεύδος» θα λέγαμε, και αυτό δεν το εννοούμε με την έννοια της ηθικής προσταγής εξ ημών, αλλά με την έννοια του τι γίνεται στην πράξη) να μην παραδέχεται ούτε ο ένας στον άλλον ούτε στον εαυτό του αυτήν την τυχαιότητα, διότι αυτόματα υποβαθμίζεται η σχέση: η τυχαιότητα συνεπάγεται έλλειψη νοήματος (και γενικά αλλά και) στη σχέση από την μεριά αυτού που το παραδέχεται στον εαυτό του, ενώ αντίστοιχα αυτός ο οποίος νοιώθει ότι τυχαία επιλέχθηκε από τον σύντροφό του νοιώθει απαξιωμένος ως απρόσωπο «σκεύος ηδονής», ως ρόλος που παίζεται κι από άλλους/ες αν χρειαστεί, ως μη ιδανικός άρα όχι (σε ύψιστο βαθμό) ποθητός και μη αναντικατάστατος. 
    
        Επίσης η ερωτική σχέση είναι εντελώς παροδική κι αυτό αποδεικνύεται απ’ το ότι μόλις εκλείψει (είτε λόγω χωρισμού είτε λόγω θανάτου) ο ένας, τότε ο άλλος, αφού κοπάσουν οι θρήνοι, σκέφτεται ότι η ζωή συνεχίζεται κι ότι δεν μπορεί να θρηνεί για πάντα: έτσι όμως δείχνει – όσο κι αν δεν θέλει να το παραδεχτεί – ότι αποφασίζει να τον γράψει κανονικά τον άλλον και να κοιτάξει την ιδιοτελή αυτοσυντήρησή του, παρ’ όλες τις ρομαντικές απόψεις περί ανιδιοτελούς ερωτικής αγάπης. 

Φυσικά, κανείς δεν θέλει να το παραδεχτεί αυτό ούτε στον εαυτό του ούτε στον σύντροφό του· στον εαυτό του, διότι θα ένοιωθε άσχημα, ως χυδαίος (ενώ είναι ιδιοτελής και άρα «χυδαίος», όσο κι αν δεν θέλει να το ξέρει), και στον σύντροφό του, γιατί θα τον πίκραινε, με αποτέλεσμα η σχέση να κινδύνευε, αφού κι εδώ ο σύντροφός του θα ένοιωθε ως απρόσωπος ρόλος που ξεπερνιέται κι όχι ως μοναδικός κι αναντικατάστατος.
         
   Γεγονός είναι ότι μερικά πράγματα γίνονται και δεν λέγονται· και δεν πρέπει να λέγονται. Και σ' αυτήν την περίπτωση η αυτοσυνειδησία βλάπτει την πράξη, κι έτσι αναμένεται να συνεχίσει να είναι και στο μέλλον. Η τυχαιότητα και η παροδικότητα της ερωτικής αγάπης θα εξορκίζονται και θα αποκρούονται, όσο κι αν είναι ακριβώς τα πιο πραγματικά της στοιχεία. (4/1/2007)

αγαπολογία σκόρπια.


- Εἶναι ἡ ἀγάπη τὸ ἀνώτερο πρᾶγμα στὸν κόσμο; Ἡ ἐξύμνησή της μήπως εἶναι λάθος; Νομίζουμε ὅτι ὅποιος ἀγαπᾶ εἶναι καλός κι ὅτι ἡ ἀγάπη ἐξημερώνει κι ἐκπολιτίζει. Καὶ οἱ ἐγκληματίες ὅμως ἀγαποῦν. Ὅλοι ἀγαποῦν κάτι. Δὲν εἶναι ὅλοι καλοὶ ὅμως. Στὸ τέλος δὲν ἔχει σημασία ἑπομένως ἂν ἀγαπᾶμε, ἀλλὰ τί ἀγαπᾶμε.

- ὅ,τι ἀγαπᾶμε μᾶς φαίνεται ὡραῖο ἢ ὅ,τι μᾶς φαίνεται ὡραῖο τὸ ἀγαπᾶμε; Ἡ ὀμορφιὰ δίνει τὸ ἔναυσμα γιὰ τὴν ἀγάπη, ἂν καὶ ὄχι πάντα. Ὡστόσο ὅ,τι ἀγαπᾶμε μᾶς φαίνεται, στὸ τέλος, ὡραῖο, ὅσο κι ἂν στοὺς ἄλλους φαίνεται ἄσχημο.

- μπορεῖ ἡ ἀγάπη νὰ νικήσει τὸ  θάνατο; Στὰ λόγια ναί. Γιατὶ μὲ τὸ θάνατο τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δυό (κι ὁ θάνατος μπορεῖ νὰ ἔχει ἁπλῶς τὴ μορφὴ τοῦ χωρισμοῦ, ὄχι ἀπαραίτητα τοῦ βιολογικοῦ τέλους) ὁ ἄλλος ἀγαπᾶ τὶς ἀναμνήσεις του, ἕνα φάντασμα τοῦ ὁποίου τὴ μορφὴ συνεχῶς διαμορφώνει μὲ τὰ χρόνια, μιὰ φανταστικὴ μαριονέτα, ἀπὸ τὴν ὁποία δύσκολα κανεὶς ξεχωρίζει τί εἶναι πραγματικὸ (τί ἦταν τὸ πρόσωπο ποὺ χάθηκε) καὶ τί ψεύτικο.

 Ἡ ἀγάπη ἐν τῇ ἀπουσίᾳ γιὰ ἕνα πρόσωπο ποὺ δὲ θὰ ξανάρθει εἶναι πάντα ἡ ἀγάπη γιὰ ἕνα πρόσωπο ποὺ δὲν ὑπῆρξε ποτὲ καί, ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια, τόσο πιὸ πολύ, ἠθελημένα ἢ μή, ἀγαπᾶμε κάποιον ποὺ δὲν ὑπῆρξε παρὰ ἐλάχιστα. Στὰ λόγια μόνο λοιπὸν ἡ ἀγάπη νικᾶ τὸν θάνατο. Δηλαδὴ στὴ θέληση τῶν ἀγαπώμενων νὰ εἶναι μαζὶ γιὰ πάντα. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ νικήσει ὁ θάνατος. Μόνο ἡ διαφοροποίηση τῆς θέλησής τους μπορεῖ. Γιατὶ κι ἡ θέληση δὲν εἶναι παρὰ μιὰ λέξη κενή, ποὺ ἀλλάζει περιεχόμενο κάθε στιγμή. (27/7/2007)

 ΠΗΓΗ

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

1

Το Ενατο Κυμα